Ελάχιστο λιγότερο σημαντική από τη λατρεία του νερού και της φωτιάς στην ανατολική σλαβική μυθολογία είναι η λατρεία της γης. Ωστόσο, η ποιότητα της σχέσης των ανθρώπων με τη γη είναι κάπως διαφορετική. Η γη (ζεμλιά) είναι θηλυκό ουσιαστικό στη ρωσική γλώσσα και αποτελεί κεντρική θηλυκή έννοια στη ρωσική και ανατολική σλαβική μυθολογία γενικότερα. Για μια αγροτική κοινότητα η γη αποτελεί το υγρό και γόνιμο στοιχείο που χαρίζει τους καρπούς παντού όπου φυτεύονται οι σπόροι της μελλοντικής ζωής. «Χίλιοι αδελφοί ζωσμένοι με την ίδια ζώνη, στοιχισμένοι ολόρθοι πάνω στη μητέρα τους», περιγράφει ένα αίνιγμα τα τρυγημένα δεμάτια σταχυών στον αγρό.

Στις ρωσικές δοξασίες και έθιμα για τη γη είναι έντονη η αίσθηση ότι πρόκειται για ζωντανή οντότητα, της οποίας πρέπει να κερδίσουν την εύνοια και να σεβαστούν τα συναισθήματα. Όσοι την καλλιεργούσαν δημιουργούσαν μια στενή προσωπική σχέση μαζί της. Γι΄ αυτό και ζητούσαν την ευλογία της, προτού γευτούν τους καρπούς της.
Ο σπορέας νήστευε πριν από την πρώτη σπορά και μερικές φορές φορούσε το πουκάμισο με το οποίο λάμβανε την θεία κοινωνία. Όταν τελείωνε ο τρύγος, φρόντιζαν ώστε η παραγωγική δύναμη της γης να διατηρείται για την επόμενη χρονιά. Της πρόσφεραν ψωμί και αλάτι, και το τελευταίο στάχυ το έπλεκαν πλεξούδα. Το ονόμαζαν «γενειάδα του Προφήτη Ηλία» και λύγιζαν τις άκρες του ώστε να ακουμπά στη γη.
Πίστευαν ότι η γη κοιμόταν τους χειμερινούς μήνες και ότι ξυπνούσε και ανακινούνταν την άνοιξη όταν έλιωναν τα χιόνια και μαλάκωνε το έδαφος. Μερικοί μάλιστα έλεγαν ότι η γη ήταν έγκυος αυτό το διάστημα. Γι΄ αυτό θεωρούσαν ότι έπρεπε να αποφεύγουν τις επιζήμιες επεμβάσεις, όπως το όργωμα, το σκάψιμο ή το κάρφωμα παλουκιών για φράχτες. Μόνο με τον ανοιξιάτικο εορτασμό του Ευαγγελισμού επιτρεπόταν τέτοιες εργασίες. Τότε η γη άρχιζε να ξυπνάει και να ανοίγει μόνη της, όπως έκλεινε πάλι το φθινόπωρο με τη γιορτή του Τίμιου Σταυρού.
Σε μεγάλες επιδημίες ανάμεσα στους ανθρώπους και τα βοοειδή έσκαβαν ένα αυλάκι με θρησκευτική σημασία γύρω από το χωριό. Σε αντίθεση με άλλες αγροτικές εργασίες, οι συμμετέχοντες σε αυτή τη μαγική πράξη, που είχε στόχο να απελευθερώσει τις παραγωγικές δυνάμεις της γης κατά του θανάτου και της αρρώστιας, ήταν αποκλειστικά γυναίκες και όχι άνδρες. Μια γυναίκα ζωνόταν το αλέτρι και η άλλη οδηγούσε. Το τελετουργικό γινόταν μυστικά ερήμην των ανδρών. Αν τυχόν κάποιος από αυτούς εμπλεκόταν στη διαδικασία είτε από ατυχία είτε από ανοησία, οι γυναίκες θα τον έδερναν πολύ, ίσως και να τον σκότωναν.
Με στόχο την καλύτερη επικοινωνία με τον υπερφυσικό κόσμο, κατά την τελετή οι γυναίκες έμεναν με τα εσώρουχα τους, ή ακόμα τριγυρνούσαν γυμνές και ανυπόδητες, με τα μαλλιά ξέπλεκα και όχι σε πλεξούδες, όπως τα είχαν καθημερινά. Καθώς περπατούσαν φρόντιζαν να κάνουν πολύ θόρυβο. Χτυπούσαν μεταλλικά κατσαρολικά και δρεπάνια, για να διώξουν τον θάνατο και την αρρώστια, που πίστευαν ότι ήταν ζωντανές και χειροπιαστές δυνάμεις και μπορούσαν να πάρουν την μορφή ανθρώπου ή ζώου. Μερικές φορές αβλαβείς γάτες, σκύλοι ή λαγοί γίνονταν στόχος του ξέφρενου κυνηγητού τους και αν πιάνονταν ξυλοκοπούνταν μέχρι θανάτου. Μια εικόνα της Παναγίας ή του Αγίου Βλασίου, προστάτη αγίου της κτηνοτροφίας και πιθανού απόγονου του θεού Βολός, περιφερόταν στη αρχή της λιτανείας και θύμιζε αέναη παρουσία της διπλής πίστης.