Η Γενιά του Κάδμου αρχίζει από την Σιδώνα ή την Τύρο και τον βασιλιά της Αγήνορα, έπεται ο γιος του Κάδμος και μετά τα εγγόνια του Πολύδωρος, Αγαύη, Αυτονόη, Ινώ και Σεμέλη.
Αγήνωρ
Ο Αγήνωρ ήταν βασιλιάς της Σιδώνας ή της Τύρου, γενάρχης των Φοινίκων, γιος του Ποσειδώνα και της Λιβύης, δισέγγονος της Ιώς, άνδρας της Κασσιέπειας ή της Τηλέφασσας και πατέρας το Κάδμου, ιδρυτή της Θήβας, του Φοίνικα του Κίλικα και της Ευρώπης, μητέρας του Μίνωα.
Κάδμος
Ο Κάδμος ήταν ήρωας της Βοιωτίας, μυθολογούμενος ως ιδρυτής και πρώτο βασιλιάς της Καδμείας, που αποτέλεσε τον πυρήνα της μετέπειτα Θήβας και γενεαλογούμενος ως γιος του Αγήνορα, βασιλιά της Σιδώνας ή της Τύρου, αδελφός του Φοίνικα του Κίλικα και της Ευρώπης, σύζυγος της Αρμονίας, μιας κόρης του Άρη και της Αφροδίτης, και πατέρας του Πολύδωρου, της Αγαύης, μητέρας του Πενθέα, Αυτονόης, μητέρας του Ακταίωνα, Ινώς, μητέρα του Μελικέρτη και της Σεμέλης, μητέρας του Διονύσου.
Σύμφωνα με την παράδοση, μετά την αρπαγή της Ευρώπης από τον Δία, ο Αγήνωρ έστειλε τους γιους του να την βρουν, ο Κάδμος έπειτα από πολλές περιπλανήσεις έφτασε την Θράκη. Εκεί πέθανε η μητέρα του η οποία τον ακολουθούσε. Ο Κάδμος πήγε μέχρι το μαντείο των Δελφών για να το συμβουλευτεί για τα επόμενα βήματά του. Το μαντείο του υπέδειξε μόλις βγει να ακολουθήσει μία αγελάδα και όπου σταματήσει το ζώο εκεί να ιδρύσει μία πόλη. Έτσι έφτασε εκεί που αργότερα θα χτιζόταν η Θήβα.
Εκεί ο Κάδμος σκότωσε τον δράκο που πιστευόταν απόγονος του Άρη και που όριζε τα νερά της πηγής του τόπου και με υπόδειξη της Αθηνάς έσπειρε τα δόντια του θηρίου. Τότε ξεφύτρωσαν από τη γη άνδρες οπλισμένοι που τους είπαν Σπαρτούς και που αλληλοεξοντώθηκαν, αφού ο Κάδμος τους προκάλεσε σύγχυση, ρίχνοντας μια πέτρα ανάμεσα τους. Από αυτούς σώθηκαν μόνο πέντε, ο Εχίων, ο Ουδαίος,, ο Χθόνιος, Υπερήνωρ και ο Πέλωρ, που έγινε οι γενάρχες των πρώτων αρχοντικών γενών της Θήβας. Μάλιστα ο πρώτος από αυτούς πήρε γυναίκα του μια κόρη του Κάδμου, την Αγαύη, που γέννησε τον Πενθέα.
Για την εξόντωση του δράκου και της δρακοντογενιάς ο Κάδμος υποχρεώθηκε να υπηρετήσει τον Άρη για ένα χρονικό διάστημα. Στον ένατο χρόνο της θητείας του ο Κάδμος με τη φροντίδα του Δία πήρε γυναίκα του την Αρμονία, κόρη του Άρη και της Αφροδίτης, και με τη συμπαράσταση της Αθηνάς επιβλήθηκε ως βασιλιάς της περιοχής. Στο γάμο του παραβρέθηκαν όλοι οι θεοί.
Στην μυθική παράδοση ο Κάδμος ήταν ευρύτερα γνωστός ως φορέας πολιτισμού, εισηγητής του αλφαβήτου και μάγος. Το τέλος του ήρωα συνδέεται με την Ήπειρο και την Ιλλυρία. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Κάδμος και η Αρμονία, φεύγοντας από την Θήβα, κατέληξαν στην Ήπειρο, όπου μεταμορφώθηκαν σε φίδια και μεταφέρθηκαν από τους θεούς στα Ηλύσια Πεδία. Ως αιτία για την απομάκρυνση του Κάδμου από τη Θήβα αναφέρεται η τιμωρία του από τον Άρη για την δρακοκτονία ή η θέληση του ήρωα να βοηθήσει του Εγχελείς εναντίον των Ιλλυριών. Σύμφωνα με την τελευταία παράδοση, αφού οι Ιλλυριοί υποτάχθηκαν σε αυτούς, ο Κάδμος και η Αρμονία βασίλεψαν στην χώρα τους και απέκτησαν ένα γιο, τον Ιλλυριό.
Ο Κάδμος ήταν ένας ήρωας του πολιτισμού, ευρύτερα γνωστός στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, προτού συνδεθεί με οικιστικό παρελθόν της Θήβας. Η ίδρυση οικισμού στον μύθο του Κάδμου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Σε αυτόν η ιδέα της αρχής ενός νέου τρόπου ζωής συνδυάζεται πολύ έντονα με τις συγγενικές της ανθρωπογονικές παραστάσεις, καθώς και με τις πράξεις και τις μαγικές τελετουργίες της σποράς (σπορά-τα δόντια του δράκοντα-οι σπόροι-οι Σπαρτοί-οι σπαρμένοι-οι γηγενείς, οι αυτόχθονες πρώτοι πολίτες της Θήβας).
Την κοσμογονική και ανθρωπογονική ιδέα προωθεί και ο γάμος του Κάδμου με την Αρμονία, δηλαδή την συναρμογή ενός πολιτικά οργανωμένου βίου, όπου και το όνομα Κάδμος νοείται από το μύθο ως Κόσμος, δηλαδή τάξη, διευθέτηση, οργάνωση. Με τη θητεία του Κάδμου στον Άρη ίσως υποδηλώνονται και σχετικοί ιστορικοί συμβιβασμοί των οικιστών με πληθυσμούς της περιοχής, που εννοούνται ως πολεμικές ομάδες, ανένταχτες σε κάποιο οικιστικό σχήμα.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα της προϊστορίας της Θήβας επιβεβαιώνουν την παρουσία ανατολικού στοιχείου, που μυθολογήθηκε με την φοινικική καταγωγή του Κάδμου, ωστόσο η σύνδεση του ήρωα με την Ήπειρο, καθώς υποδηλώνει την προέλευση των Βοιωτών, φαίνεται να συγχέει τους Φοίνικες της Παλαιστίνης με τους Φοίνικες της Ηπείρου.
Πολύδωρος
Ο Πολύδωρος ήταν βασιλιάς της Θήβας, γενεαλογούμενος ως γιος του Κάδμου και της Αρμονίας, σύζυγος της Νυκτηίδας και πατέρας του Λάβδακου. Η παράδοση του αποδίδει ένα τέλος όμοιο με τον Πενθέα, δικαιολογούμενο από την αντίσταση του στην λατρεία του Διονύσου.
Αγαύη
Ηρωίδα της Θήβας, γενεαλογούμενη ως κόρη του Κάδμου και τς Ραμονίας, γυναίκα του εκπροσώπου της γενιάς των Σπαρτών Εχίονα, μητέρα του Πενθέα. Στη μυθική παράδοση, η Αγαύη, που το όνομα της δηλώνει την ευγενή, είναι το πρόσωπο, γύρω από το οποίο στράφηκε η εκδίκηση του Διονύσου εναντίον της γενιάς του στη Θήβα, όταν αυτή αρνήθηκε να τον αναγνωρίσει ως θεό.
Παραδίδεται ότι η Αγαύη είχε κακολογήσει την αδελφή της Σεμέλη για την κρυφή της σχέση με τον Δία, της οποίας καρπός ήταν ο Διόνυσος, και ότι γι΄ αυτό αυτή και οι άλλες γυναίκες της Θήβας περιέπεσαν σε εκστατική μανία και έγινε όργανα της λατρείας του νέου θεού, που για την επιβολή τς παρουσιάστηκε ο ίδιος στη Θήβα.
Τότε ο Πενθέας, που είχε διαδεχτεί στον θρόνο της Θήβας τον Καδμο, θέλησε να αντισταθεί στην εισαγωγή της νέας λατρείας και έτσι συνέβαλε τον Διόνυσο και τον φυλάκισε, αλλά ο θεός προκάλεσε σεισμό και γκρέμισε τη φυλακή αλλά και το ανάκτορο του Πενθέα και παρέσυρε το βασιλιά ανάμεσα στον όμιλο των μαινόμενων γυναικών, οι οποίες τον κατασπάραξαν, νομίζοντας ότι σκότωσαν κάποιο άγριο ζώο. Η ίδια Αγαύη, ως κορυφαία των μαινάδων μπήκε θριαμβευτικά στη Θήβα, κρατώντας το κεφάλι του σφαγμένου γιου της, σαν να επρόκειτο για τρόπαιο από κυνήγι.
Ο μύθος, που η διεξοδικότερη διατύπωση του έχει διασωθεί στις «Βάκχες» του Ευριπίδη (406π.Χ.), αιτιολογεί τον οργιαστικό χαρακτήρα της διονυσιακής λατρείας, υποδηλώνει αρχαιότερο σχετικό τυπικό ανθρωποθυσίας και αντικατοπτρίζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η λατρεία του Διονύσου στην προσπάθεια της να επικρατήσει.
Αυτονόη
Η Αυτονόη είναι μία από τις κόρες του Κάδμου και της Αρμονίας. Ήταν σύζυγος του Αρισταίου και μητέρα του Ακταίωνα. Στις «Βάκχες» του Ευριπίδη αυτή και οι αδελφές της μετατρέπονται σε Μαινάδες από τον θεό Διόνυσο(ανηψιό της) όταν ο Πενθέας, βασιλιάς των Θηβών, αρνήθηκε να επιτρέψει τη λατρεία του στην πόλη. Όταν ο Πενθέας στράφηκε εναντίον τους, η Αγάυη, μητέρα του Πενθέα και αδελφή της Αυτονόης, τον εντόπισε και τον διαμέλισαν.
Ο Ακταίωνας, ο γιος της Αυτονόης, κατασπαράχθηκε από τα κυνηγόσκυλά του καθώς είδε τυχαία τη θεά Άρτεμη γυμνή να λούζεται. Μετά από αυτό, η Αυτονόη εγκατέλειψε τη Θήβα και πήγε στην Ερήνεια, ένα χωριό της Μεγαρίδας, όπου και πέθανε.
Ινώ
Η Ινώ ήταν ηρωίδα της Βοιωτίας που μεταμορφώθηκε σε θαλάσσιο δαίμονα με το όνομα Λευκοθέα. Γενεαλογήθηκε ως κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας, δεύτερη σύζυγος του Ορχομενού Αθάμαντα μητέρα του επίσης θαλάσσιου δαίμονα Μελικέρτη Παλαίμονα και μητριά του Φρίξου και της Έλλη, που τη ζωή τους επιβουλεύτηκε, θέλοντας να αναδείξει τα δικά της παιδιά. Ως θαλάσσιος δαίμων, κατά τις λαϊκές δοξασίες, προστάτευε τους ναυτικούς στα ταξίδια τους.
Σεμέλη
Η Σεμέλη ήταν ηρωίδα της Θήβας. Γενεαλογούμενη ως από τις τέσσερις κόρες του Κάδμου, ιδρυτή και βασιλιά της Θήβας, και της Αρμονίας κόρης τς Αφροδίτης και του Άρη. Ήταν αδελφή του Πολύδωρου, γενάρχη των Λαβδακιδών, και της Αυτονόης, της Ινώς και της Αγαύης. Το όνομα «Σεμέλη» είναι φρυγικής προέλευσης και ανήκε σε θεότητα του κάτω κόσμου. Ήταν μητέρα του Διονύσου, ο οποίος ήταν ο καρπός του κρυφού γάμου της με τον Δία.
Όταν η Ήρα έμαθε ότι ο Δίας ήταν κρυφά παντρεμένος με τη Σεμέλη, οργίστηκε και έβαλε σκοπό να τη σκοτώσει. Μία μέρα εμφανίστηκε σε αυτήν με τη μορφή της παραμάνας της και δολερά την παρότρυνε να ζητήσει από το Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή του μορφή, όπως εμφανίζεται στην Ήρα. Όταν η Σεμέλη του το ζήτησε, αυτός απερίσκεπτα θέλοντας να ικανοποιήσει την επιθυμία της, εμφανίστηκε ως θεός, προκαλώντας εκτυφλωτικό φως και κεραυνούς, οι οποίοι τη σκότωσαν. Επιπλέον, το παλάτι του πατέρα της τυλίχτηκε στις φλόγες.
Ο Δίας τότε, πικραμένος από τον άδικο χαμό της, πήρε τον αγέννητο ακόμα Διόνυσο από την κοιλιά της προσέχοντας να μην τον δει η Ήρα και τον έραψε στον μηρό του, για να τρέφεται από το αίμα του, ώσπου να γεννηθεί. Ο Δίας παρέδωσε το Διόνυσο, όταν γεννήθηκε, στην αδελφή της Σεμέλης την Ινώ για να τον μεγαλώσει.
Σύμφωνα με μία παραλλαγή του μύθου ο Δίας επέλεξε το νησί της Νάξου, για να αφήσει το παιδί του και να το μεγαλώσουν οι εγχώριες Νύμφες, η Φιλία, η Κορωνίδα και η Κλείδη. Σύμφωνα με το θρύλο υπήρχε άβατος ναός της Σεμέλης στον Κιθαιρώνα, όπου βρισκόταν και ο τάφος της. Στη Θήβα όμως επίσης θεωρούσαν ότι ο τάφος της ήταν στον ναό του Διόνυσου Λυσίου. Άβατο ήταν και το κεραυνοβολημένο δωμάτιό της στο παλάτι του Κάδμου. Ο Διόνυσος, όταν πήρε τη θέση του ανάμεσα στους θεούς του Ολύμπου, έφερε τη μητέρα του από τον Άδη, η οποία μετά τη θεοποίησή της πήρε το όνομα Θυώνη.