Ο Βούδας, κατά κόσμον Σιντάρτα Γκαουτάμα, δημιούργησε μια διδασκαλία, η οποία έγινε θρησκεία, και ονομάστηκε Βουδισμός. Κατά τον Βούδα, στόχος του ανθρώπου είναι να φτάσει στη γαλήνη, που την ονομάζει «νιρβάνα». Αυτό είναι το σημείο στο οποίο μπορεί να φτάσει κανείς, όταν επεξεργαστεί τον εαυτό του σε τέτοια κατεύθυνση, ώστε να μετατρέπει τα κακά σε γόνιμα.
O Buddha απάντησε στο βαρύ δεδομένο ότι στη ζωή μας θα ζήσουμε δυσκολίες, αναποδιές, δυστυχίες ενδεχομένως: Όλα μπορεί να τα φέρει η ζωή, σε άλλον περισσότερο σε άλλον λιγότερο. Πώς θα το αντιμετωπίσει κανείς αυτό; O Buddha απαντά: πρώτα πρώτα θα το αντιμετωπίσει με μία μέση οδό, μέση οδό συμπεριφοράς. Ο Buddha, φωτιζόμενος, απέρριψε τις ακρότητες του ινδουισμού, απέρριψε αυτό που είχε κάνει εκείνος στο σώμα του, εκείνον τον ακραίο ασκητισμό που έκανε.
Ο Βούδας μετέφερε τη ζωή του ανθρώπου από εκεί -γιατί ο ινδουισμός σε έχει πάνω από τη γη, κάπου σε μεταφυσικό επίπεδο- στη Γη. Εδώ που ζούμε, να ζούμε χωρίς υπερβολή. Θα ακολουθεί λοιπόν κανείς μία μέση οδό, συλλογιζόμενος και σκεπτόμενος πώς μπορεί να πλουτίζει τη ζωή του με χαρά. Και πώς μπορεί να πλουτίζει τη ζωή του με χαρά; Πρώτα πρώτα αγαπώντας αυτή τη ζωή, που σημαίνει αγαπώντας τους ανθρώπους ολόγυρά του, τη φύση αλλά και τους ανθρώπους. Λατρεύοντας, αγαπώντας τον άνθρωπο σημαίνει ότι αγαπάς τον συνάνθρωπό σου.
Ο βουδισμός θεωρείται η πληρέστερη θρησκεία αγάπης στον κόσμο, διότι θεωρεί ότι γίνεσαι σοφός μέσα από την αγάπη. Όχι απλώς αγαπάς, αλλά κερδίζεις τη σοφία μέσα από την αγάπη. Τι είναι όμως η αγάπη; Πώς κατακτάς την αγάπη; Για να κατακτήσεις την αγάπη πρέπει να φτάσεις σε κατάσταση που να αγαπάς. Στον βουδισμό, για να φτάσεις να αγαπάς πρέπει να εκπαιδεύσεις τον εαυτό σου να αγαπάει. Δηλαδή να πετάξεις από τον εαυτό σου την αλαζονεία, την αυταρέσκεια, την επιθετικότητα, να αγαπήσεις τον άλλον δεχόμενος την ύπαρξή του και χαιρόμενος τα στοιχεία του χαρακτήρα του και παρατηρώντας τον.
Όχι να τον επιδοκιμάζεις σε όλα, αλλά να μπαίνεις στη θέση του. Για να μπορείς να αγαπάς, λέει ο βουδισμός, πρέπει να μπορείς να μπεις στη θέση του άλλου, «να αισθανθείς αυτό που αισθάνεται», αυτό που λέμε στα ελληνικά «ενσυναίσθηση». Αγαπώντας τον άλλον μπορείς και να τον καταλαβαίνεις, να τον αποκωδικοποιείς. Σε αυτό το σημείο ο βουδισμός δέχεται τον ινδουισμό ότι ο καθένας μας δεν είμαστε ένας, είμαστε πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι συνεχώς αλλάζουμε, γιατί οι εμπειρίες μάς κάνουν να εξελισσόμαστε και να προχωράμε.
Ο Βούδας έγραψε και δίδαξε: «Υπάρχουν δύο άκρα που πρέπει να αποφεύγει ο άνθρωπος: από τη μία μεριά η προσήλωση στα πράγματα στα οποία προσκολλάται κανείς, εξαιτίας των παθών και ιδιαίτερα του αισθησιασμού. Ένας κατώτερος και παγανιστικός δρόμος, ανάξιος, μάταιος και κατάλληλος μόνο για εκείνον που είναι βυθισμένος στις υλικές απολαύσεις. Και από την άλλη μεριά η προσήλωση στον ασκητισμό, που είναι οδυνηρή, μάταιη και ανώφελη. Υπάρχει όμως μία μέση ατραπός, που αποφεύγει τα δύο άκρα, μία ατραπός που ανοίγει το μάτι της αντίληψης, που οδηγεί στη βαθιά κατανόηση, στην ειρήνη του νου, στη σοφία, στην πλήρη φώτιση, στη νιρβάνα. Είναι η ευγενής οκταπλή ατραπός: ορθή αντίληψη, ορθή απόφαση, ορθή ομιλία, ορθή συμπεριφορά, ορθή ζωή, ορθή προσπάθεια, ορθή σκέψη, ορθή θεωρία».
Για κάθε ένα από αυτά τα «ορθή» υπάρχει τεράστιος εξοπλισμός διανοητικός και σκέψεις για το πώς μπορεί να φτάσει κανείς στην ορθή αντίληψη: «Ποια είναι, λοιπόν, η ευγενής αλήθεια σχετικά με τον πόνο; Η γέννηση συνοδεύεται από πόνο, η φθορά είναι οδυνηρή, η ασθένεια είναι οδυνηρή, ο θάνατος είναι οδυνηρός, η ταύτιση με αυτό που είναι δυσάρεστο φέρνει πόνο, ο χωρισμός από κάτι ευχάριστο είναι οδυνηρός και κάθε πόθος που μένει ανικανοποίητος είναι επίσης οδυνηρός. Αυτή είναι η ευγενής αλήθεια σχετικά με τον πόνο. Τώρα ποια είναι η ευγενής αλήθεια σχετικά με την καταγωγή (την αιτία) του πόνου; Είναι η δίψα, ο πόθος, που προκαλεί την επαναγέννηση της ύπαρξης και, που συνοδευόμενη από τον αισθησιασμό, ζητά ικανοποίηση πότε εδώ και πότε εκεί, δηλαδή η δίψα για την ικανοποίηση των παθών, ο πόθος για τη μελλοντική ζωή ή ο πόθος για αυτή τη ζωή, θεωρώντας τη μοναδική».
Ο Βούδας, δηλαδή, θεωρεί πως πρέπει ο καθένας να μην επιτρέπει στον εαυτό του πολλά και έντονα «θέλω», πολλούς και έντονους πόθους, πολύ και έντονο θυμό. Τίποτα έντονο, πρέπει να βρίσκουμε τη μέση οδό. Ο βουδισμός πιστεύει στη μετενσάρκωση, στη μετεμψύχωση, αλλά δεν δίνει μεγάλο βάρος σε αυτή τη διαδικασία και διαγράφει τις κάστες του ινδουισμού. Από αυτή την πλευρά, ο βουδισμός φέρνει τομή στον ινδουισμό, διότι πιστεύει ότι σε αυτή τη ζωή κανείς μπορεί να φτάσει στη νιρβάνα, μέσα από εσωτερικές διαδικασίες.
Ο βουδισμός μετέχει και στην πολιτική ζωή. Πιστεύει ότι πρέπει να παρακολουθείς τα γεγονότα που γίνονται ολόγυρά σου, να μετέχεις, να παίρνεις θέση. Στον ινδουισμό δεν υπάρχει πολιτική, όλα είναι στο μεταφυσικό. Ο βουδισμός σε φέρνει σε αυτή τη Γη και μάλιστα ο Βούδας πιστεύει ότι αν μία κοινωνία είναι σε κατρακύλα, σε παρακμή, σε ηθική παρακμή, στη βία, στην ανομία, στη διαφθορά, τότε είναι πολύ δύσκολο στον άνθρωπο να φτάσει στη νιρβάνα. Γι’ αυτό και επιθυμεί να είναι η κοινωνία καλοδιοικούμενη, ώστε να βοηθηθούν οι άνθρωποι να φτάσουν στην ευτυχία, στη γαλήνη, στη νιρβάνα.