Ανάμεσα στις πολλές κατοικίες που ανακαλύφθηκαν από τον Αμεντέο Μαϊούρι (αρχαιολόγο που ανέσκαψε τη Πομπηία), η πανέμορφη Βίλα των Μυστηρίων παραμένει πάντα αντικείμενο θαυμασμού και συζήτησης χάρη στις εξαίσιες αλλά και μυστηριώδεις τοιχογραφίες στην τραπεζαρία.

Η Βίλα βρίσκεται δυτικά της παλιάς πόλης, έξω από τα τείχη. Πρόκειται για ένα περίπλοκο συγκρότημα που χτίστηκε στις αρχές του 2ου π.Χ. αιώνα ενώ επεκτάθηκε αρκετές φορές. Μολονότι αρχικά επρόκειτο για ιδιωτική κατοικία, τον 1ο μ.Χ. αιώνα μετατράπηκε σε ακμαίο αγρόκτημα με εξοπιλισμό για την παταγωγή κρασιού και λαδιού. Ο χώρος παραγωγής του κρασιού είναι ιδιαίτερα καλά διατηρημμένος, με κάδους για το πάτημα των σταφυλιών και ένα μεγάλο δοχείο για το μούστο.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο της Βίλας αποτελούν οι τοιχογραφίες. Η τραπεζαρία φιλοξενεί το διασημότερο κύκλο αναπαραστάσεων της πόλης, με μεγάλες φιγούρες ζωγραφισμένες πάνω στο χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα της Πομπηίας: φαίνεται πως συμμετέχουν σε κάποιο είδος τελετουργικής μύησης, αλλά η ακριβής ερμηνεία των αναπαραστάσεων είναι δύσκολη.
Στον αριστερό τοίχο υπάρχει μία ομάδα με ένα νεαρό αγόρι που διαβάζει μπροστά σε δύο γυναίκες, ενώ μία άλλη ομάδα γυναικών προετοιμάζει το λουτρό. Ακολουθεί ένας σάτυρος γερμένος πάνω σε μια παραστάδα, μια ομάδα εραστών σε απλό σκηνικό υπαίθρου και μια γυναικεία φιγούρα που τρομαγμένη τρέπεται σε φυγή.
Στον επόμενο τοίχο, μετά από μια ομάδα με ένα Σειληνό και Σατύρους που δείχουν μια μάσκα, εμφανίζονται ο Διόνυσος και η Αριάδνη, ενώ ημίγυμνα κορίστια αποκαλύπτουν ένα φαλλό μπροστά σε ένα φτερωτό πλάσμα. Στον τελεύταιο τοίχο ένα φοβισμένο κορίτσι αναζητεί παρηγοριά στην αγκαλιά μιας δέσποινας, ενώ υπάρχει και σκηνή καλλωπισμού με την παρουσία του θεού Έρωτα και μιας γυναίκας στολισμένης με κοσμήματα.
Η τελετουργική και ιερή ατμόσφαιρα είναι διάχυτη σε αυτές τις τοιχογραφίες και οι μορφές γίνονται εντυπωσιακότερες πάνω στο κόκκινο φόντο. Η ευρύτερα αποδεκτή ερμηνεία υποστηρίζει πως οι σκηνές αναπαριστούν διονυσιακές τελετές μύησης, που ήταν πολύ διαδεδομένες στον ρωμαϊκό κόσμο αλλά απαγορεύονταν από την επίσημη θρησεκία, επειδή θεωρούνταν υπονομευτικές με σκοπό την ανατροπή της δημόσιας τάξης.
Κάθε σκηνή αναπαριστά μια διαφορετική πλευρά της λατρείας: στην πρώτη είναι η λήψη της επιστολής και η προετοιμασία του τελετουργικο ύλουτρού. Ακολουθούν η αποκάλυψη της μάσκας και του φαλλού (σύμβολο των δυνάμεων αναγέννησης της φύσης), ο φτερωτός δαίμονας και η γονατιστή γυναίκα, που εμηνεύονται ως σκηνές μαστιγώματος. Όλα διαδραματίζονται παρουσία θεοτήτων όπως ο Παν και ο Σειληνός, που συνοδεύονται από Σατύρους και παρθένες που χορεύουν.
Σύμφωνα με μία άλλη ερμηνεία, οι τοιχογραφίες είναι αντίγραφα της απεικόνισης ελληνιστικού γαμήλιου κύκλου: ο Ρωμαίος αντιγραφέας απλοποίησε και αλλοίωσε την αρχική εκδοχή. Η νύφη καλλωπίζεται με τη βοήθεια της μητέρας της και στη συνέχεια απεικονίζονται η προετοιμασία του τελετουργικού λουτρού και η ανάγνωση του γαμήλιου συμβολαίου, παρουσία των θεοτήτων Διονύσου και Αριάδνης.
Κάποιοι άλλοι εμηνεύουν τις τοιχογραφίες ως διακωμώδηση του Διονύσου: η σκηνή με την επιστολή παραπέμπει στην παιδική ηλικία του θεού, ενώ η μορφή που μεταφέρει τον δίσκο και οι τρεις γυναίκες που κάθονται γύρω από το τραπέζι θεωρούνται προσωποποιήσεις των εποχών. Η νεαρή γυναίκα που κλαίει στην αγκαλιά της δέσποινας παραπέμπει στη Σεμέλη που γεννά τον Διόνυσο. Σε αυτήν την ερμηνεία ο φαλλός που αποκαλύπτεται αποτελεί απειλή για τη Νέμεση που στάλθηκε από την Ήρα, η οποία ένιωσε προσβεβλημένη επειδή η αντίπαλος της, η Σέμελη, γέννησε τον Διόνυσο.
Με πληροφορίες από: nationalgeographic