Αναδημιουργία

Μολονότι υπήρξαν καθαρά υπεύθυνοι για την καταστροφή των προηγούμενων τεσσάρων ήλιων των Αζτέκων, ο Τεζκατλιπόκα και Κετζαλκοάτλ μνημονεύονται επίσης για την αναδημιουργία των ουρανών και της γης, όχι ως αντίπαλοι, αλλά ως σύμμαχοι. Μια εκδοχή αναφέρει ότι με τη βοήθεια τεσσάρων άλλων θεοτήτων, οι τέσσερις γιοι του ζεύγους των δημιουργών δημιουργούν τέσσερις δρόμους που οδηγούν στο κέντρο της γης.

Αναδημιουργία
Τλαλτεκούτλι, γήινη θεότητα των Αζτέκων

Έτσι, λοιπόν με τη γη διαιρεμένη σε τέσσερα μέρη, οι οκτώ θεοί σηκώνουν τους ουρανούς. Για να βοηθήσουν στην στήριξη του ουρανού, ο Τεζκατλιπόκα και ο Κετζαλκοάτλ μεταμορφώνονται σε δύο τεράστια δέντρα. Το δέντρο του Τεζκατλιπόκα ξεχωρίζει από τους καθρέφτες που λάμπουν, και του Κετζαλκοάτλ από τα πούπουλα του σμαραγδένιου πουλιού κετζάλ. Ανταμείβοντας τους για τις προσπάθειες τους, ο Τονακατεκούτλι τούς κάνει κυρίους των ουρανών και των αστέρων. Ο Γαλαξίας είναι ο δρόμος τους, από όπου διασχίζουν τον έναστρο ουρανό.

Σε έναν άλλον αζτέκικο μύθο της δημιουργίας ο Κετζαλκοάτλ και ο Τεζκατλιπόκα φτιάχνουν τους ουρανούς και τη γη διαμελίζοντας το μεγάλο τέρας της γης, την Τλαλτεκούτλι. Μολονότι το όνομα σημαίνει Κύριος της Γης, αυτό το ον είναι στην πραγματικότητα ερμαφρόδιτο και περιγράφεται συχνά ως θηλυκό. Η Τλαλτεκούτλι συγχωνεύεται μερικές φορές με ένα άλλο γήινο τέρας, ένα μεγάλο κροκόδειλο, του οποίου η αγκαθωτή ράχη σχηματίζει τις οροσειρές του κόσμου. Ο μύθος της Τλαλτεκούτλι ήταν ευρέως διαδεδομένος στη Μεσοαμερική, και μια εκδοχή του συνίσταται και στους Μάγιας του Γιουκατάν.

Σε μια αζτέκικη εκδοχή, ο Κετζαλκοάτλ και ο Τεζκατλιπόκα κατεβαίνουν από τον ουρανό για να παρατηρήσουν την Τλαλτεκούτλι να περπατάει πάνω στην θάλασσα. Είναι τόσο μεγάλη η επιθυμία της για σάρκα ώστε δεν έχει μόνο ένα τεράστιο σαγόνι, αλλά και στόματα στους αγκώνες, στα γόνατα και σε άλλες κλειδώσεις.

Ο Κετζαλκοάτλ και ο Τεζκατλιπόκα συμφωνούν ότι η δημιουργία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί με ένα τόσο τρομακτικό πλάσμα να τους ενοχλεί. Για να δημιουργήσουν, λοιπόν τη γη, ο Κετζαλκοάτλ και Τεζκατλιπόκα μεταμορφώνονται σε δύο μεγάλα ερπετά. Το ένα φίδι αρπάζει το αριστερό χέρι και το δεξί πόδι της Τλαλτεκούτλι και το άλλο το δεξί χέρι και το αριστερό πόδι. Έτσι σκίζουν το τέρας στα δύο. Τότε το πάνω μέρος του σώματος της σχηματίζει τη γη, το άλλο μισό το πετούν για να γίνουν οι ουρανοί.

Ο φρκτός πόνος και ο διαμελισμός της Τλαλτεκούτλι εξοργίζει τους υπόλοιπους θεούς. Για να παρηγορήσουν την ακρωτηριασμένη γη, ορίζουν ότι όλα τα φυτά που είναι απαραίτητα για την ανθρώπινη ζωή θα προέρχονταν από το σώμα της. Από τα μαλλιά της δημιουργούνται δέντρα, λουλούδια και βότανα, και από το δέρμα της το γρασίδι και τα μικρότερα λουλούδια. Τα μάτια της είναι η πηγή των πηγαδιών, των πηγών και των μεγάλων σπηλαίων, και η μύτη της των οροσειρών και των πεδιάδων.

Μερικές φορές η θεά γη ακούγεται ακόμη τη νύχτα να ουρλιάζει για αίμα και καρδιές ανθρώπων. Τελικά, μόνο θυσιασμένη σάρκα και αίμα μπορεί να απαλύνει και να ηρεμήσει αρκετά την Τλαλτεκούτλι, ώστε να συνεχίσει να παράγει τους απαραίτητους για την ανθρώπινη ζωή καρπούς.

Οι θεοί αποφασίζουν έχοντας ξαναφτιάξει τον κόσμο ότι χρειάζονται άνθρωποι για να κατοικήσουν στη γη. Συμφωνείται να κατέβει ο θεός του ανέμου, ο Κετζαλκοάτλ, στον Κάτω Κόσμο, για να πάρει τα ανθρώπινα κόκαλα της τελευταίας δημιουργίας, της φυλής που μεταμορφώθηκε σε ψάρια από τον κατακλυσμό. Ο Κάτω Κόσμος, ένα επικίνδυνο μέρος γνωστό ως Μικτλάν, εξουσιάζεται από τον σατανικό θεό-σκελετό Μικτλαντεκούλι, Κύριο του Μικτλάν.

Φτάνοντας στον Κάτω Κόσμο ο Κετζαλκοάτλ, ζητάει από τον Μικτλαντεκούτλι και τη γυναίκα του τα κόκαλα των προγόνων. Ο πονηρός θεός του θανάτου συμφωνεί να παραδώσει τα κόκαλα με τον όρο ότι ο Κετζαλκοάτλ θα μπορέσει να κάνει το γύρο του βασιλείου του Κάτω Κόσμου τέσσερις φορές παίζοντας μια τρομπέτα φτιαγμένη από κοχύλι. Ωστόσο αντί για τρομπέτα ο Μικτλαντεκούτλι δίνει στον Κετζαλκοάτλ, ένα απλό κοχύλι χωρίς τρύπες. Χωρίς να ξεγελαστεί ο Κετζαλκοάτλ, καλεί σκουλίκια να ανοίξουν τρύπες στο κοχύλι και μέλισσες να μπουν στην τρομπέτα και να την κάνουν να ηχήσει.

Ακούγοντας το κοχύλι να ηχεί, ο Μικτλαντεκούτλι επιτρέπει αρχικά στον Κετζαλκοάτλ να πάρει τα κόκαλα της τελευταίας δημιουργίας, αλλά αλλάζει γρήγορα γνώμη. Ωστόσο, ο Κετζαλκοάτλ, γι’ άλλη μια φορά ξεπερνά σε πονηριά τον Μικτλαντεκούτλι και τους υπηκόοους του και ξεφεύγει με τα κόκαλα. Τότε, ο Μικτλαντεκούτλι διατάζει τους ακολούθους του να σκάψουν ένα βαθύ πηγάδι. Καθώς ο Κετζαλκοάτλ τρέχει προς αυτό, ξεπετάγεται ένα ορτύκι και τον ξαφνιάζει, κάνοντας τον να πέσει στην τρύπα.

Μολονότι κάποια στιγμή ο Κετζαλκοάτλ ανασταίνεται και επανακτά τα κόκαλα, αυτά είναι πια σπασμένα και γι’ αυτόν τον λόγο οι άνθρωποι σήμερα έχουν διαφορετικό ύψος. Έχοντας ξεφύγει από τον Κάτω Κόσμο ο Κετζαλκοάτλ μεταφέρει το πολύτιμο φορτίο στα Ταμοαντσάν, ένα θαυματουργό μέρος. Εκεί η γριά θεά Σιχουακοάτλ, ή Γυναίκα Ερπετό, αλέθει τα κόκαλα, μετατρέποντας τα σε ένα αλευροειδές γεύμα, το οποίο τοποθετεί σε ένα ειδικό κεραμικό αγγείο. Οι θεοί συγκεντρώνονται γύρω από το αγγείο και ρίχνουν σταγόνες από το αίμα τους πάνω στα κόκαλα, και από τα κόκαλα των ανθρώπων-ψαριών, ανακατεμένα με το αίμα των μετανιωμένων θεών, γεννήθηκε η τωρινή ανθρώπινη φυλή.

Αναδημιουργία και καλαμπόκι

Αν και οι άνθρωποι επέστρεψαν στην επιφάνεια της γης, χρειάζονταν φαγητό, για να τους συντηρεί και να τους δίνει δύναμη. Αφού δημιούργησαν τους ανθρώπους στο Ταμοαντσάν, όλοι μαζί οι θεοί αναζητούν το μελλοντικό τους φαγητό. Ο Κετζαλκοάτλ βλέπει ένα κόκκινο μυρμήγκι να κουβαλάει έναν κόκκο καλαμποκιού και το ρωτάει που βρήκε αυτό το θαυματουργό φαγητό. Το μυρμήγκι αρνείται να του πει, αλλά εξαναγκάζεται από τις απειλές να δεχτεί να οδηγήσει τον Κετζαλκοάτλ στην πηγή, το όρος Τονακατπέλτ, το Βουνό της Τροφής.

Μεταμορφωμένος σε μαύρο μυρμήγκι ο Κετζαλκοάτλ περνάει μέσα από το στενό άνοιγμα και ακολουθεί το κόκκινο μυρμήγκι μέσα στο πέτρινο βουνό, σε έναν θάλαμο γεμάτο σπόρους και καρπό. Παίρνοντας μερικούς κόκκους καλαμποκιού ο Κετζαλκοάτλ επιστρέφει στο Ταμοαντσάν. Οι θεοί μασούν το καλαμπόκι και βάζουν τον πολτό στα σώματα των νηπίων ανθρώπων για να τους δώσουν δύναμη.

Έπειτα ανακύπτει το ερώτημα πως θα πάρουν τους κόκκους του καλαμποκιού από το όρος Τονακατεπέτλ. Το γηραιό ζεύγος των μάντεων Οχομόκο και Σιπακτονάλ λέει ότι ο άρρωστος θεός Ναναχουάτζιν πρέπει να σπάσει τον βράχο της τροφής, ώστε, με τη βοήθεια των τεσσάρων κατευθυντήριων θεών της βροχής και της αστραπής, του μπλε, του άσπρου, του κίτρινου και του κόκκινου Τλαλόκ, ο Ναναχουάτζιν να ανοίξει στα δύο,το Τονακατεπέτλ, κάνοντας έτσι τους κόκκους του καλαμποκιού και τους άλλους σπόρους να σκορπιστούν προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι Τλαλόκ γρήγορα αρπάζουν τους σπόρους του φασολιού και των άλλων φαγώσιμων φυτών. Έχοντας πάρει τους σπόρους του Τονακατεπέτλ, οι Τλαλόκ είναι οι πραγματικοί διαθέτες των δημητριακών, καθώς και της βροχής.

Αναδημιουργία και πούλκε

Ένα οινοπνευματώδες ποτό που παρασκευαζόταν από το βρασμένο χυμό του φυτού μυγκέ, το πούλκε, έπαιζε σημαντικό ρόλο στην αζτεκική λετουργική ζωή, και ως τελετουργικό ποτό και ως θυσιαστήρια προσφορά. Το πούλκε το έπιναν συχνά σε δεξιώσεις και γιορτές μολονότι η δημόσια μέθη δοκιμαζόταν έντονα, κυρίως για όσους είχαν αριστοκρατική καταγωγή.

Αν και οι άνθρωποι προμηθεύτηκαν σπόρους από τους οποίους θα έφτιαχναν φαγητό, δεν υπήρχε στη ζωή τους κάτι που να τους εμπνέει ευχαρίστηση και χαρά. Οι θεοί αποφασίζουν ότι χρειάζεται κάτι που να κάνει τους ανθρώπους να τραγουδούν και να χορεύουν. Ο Κετζαλκοάτλ κρίνει ότι ένα οινοπνευματώδες ποτό θα φέρει ευχαρίστηση στη ζωή των ανθρώπων και θυμάται τη Μαγιαχουέλ, την όμορφη θεά του μυγκέ, που ζει στον ουρανό με την τρομακτική tzitzimitl γιαγιά της. Βρίσκοντας την παρθένο Μαγιαχουέλ να κοιμάται, ο Κετζαλκοάτλ την ξυπνάει και την πείθει να κατέβει μαζί του στη γη. Ύστερα ενώνονται σχηματίζοντας ένα μεγάλο διχαλωτό δέντρο, με τον Κετζαλκοάτλ να αποτελεί το ένα καλδί και τη Μαγιαχουέλ το άλλο.

Ξυπνώντας και βλέποντας ότι η Μαγαχοέλ λείπει, η οργισμένη γιαγιά φωνάζει τους δικούς της, τους δαίμονες των άστρων tzitzimime για να βρουν την άπιστη εγγονή της. Ο οργισμένοι tzitzimime ορμούν από τον ουρανό στο δέντρο που είχαν κρυφτεί ο Κετζαλκοάτλ και η Μαγιαχουέλ. Μόλις φτάνουν το δέντρο σκίζεται στα δύο και τα δύο κλαδιά γκρεμίζονται κάτω.

Η γιαγιά tzitzimitl αναγνωρίζει το κλαδί της Μαγιαχουέλ, και, σπάζοντας το άγρια δίνει μέρη της εγγονής της σε όλους τους άλλους tzitzimime για να τα καταβροχθίσουν. Όμως το κλαδί του Κετζαλκοάτλ αφήνεται ανέγγιχτο και ανέπαφο, και όταν οι tzitzimime επιστρέφουν πάλι στον ουρανό, ο Κετζαλκοάτλ παίρνει πάλι την πραγματική του μορφή. Μαζεύοντας λυπημένος τα ροκανισμένα κόκαλα της Μαγιαχουέλ, ο Κετζαλκοάτλ τα θάβει στη γη, και από αυτόν τον απλό τάφο ξεφυτρώνει το πρώτο φυτό μυγκέ, η θαυμαστή πηγή του πούλκε.

Μύθοι και Ιστορία των λαών