Αμαζόνες

Οι Αμαζόνες ήταν μυθικός λαός από φιλοπόλεμες γυναίκες. Σύμφωνα με ποικίλες παραδόσεις, γνωστές κυρίως από τους συγγραφείς Ηρόδοτο, Απολλώνιο τον Ρόδιο, Διόδωρο τον Σικελιώτη και Ψευδο-Απολλόδωρο, στην κοινωνία των Αμαζόνων ή δεν υπήρχαν καθόλου άνδρες ή, αν υπήρχαν, είχαν τη θέση που στους γνωστούς ιστορικούς λαούς ήταν για τις γυναίκες, δηλαδή προορίζονταν για τα οικοκυρικά και τις βοηθητικές εργασίες, ενώ οι γυναίκες γυμνάζονταν, κυνηγούσαν, πολεμούσαν και κυβερνούσαν.

Αμαζόνες
Αμαζονομαχία,
Μαυσωλείο Αλικαρνασσού

Για την οργάνωση της ζωής τους παραδίδεται ότι οι Αμαζόνες δεν καλλιεργούσαν τη γη, ούτε ήξεραν το σιτάρι για να παρασκευάζουν ψωμί, έτσι τρέφονταν με τους καρπούς των δέντρων, με τα θηράματα, καθώς και με το κρέας και το γάλα των ζώων της βοσκής. Σε αυτό το πλαίσιο οι Αμαζόνες όσο ήταν νέες, έπρεπε να γυμνάζονται, να κυνηγούν, να πολεμούν και να διατηρούν την αγνότητά τους. Για να πάρουν άνδρα και να κάνουν παιδιά, έπρεπε προηγουμένως να διακριθούν στον πόλεμο, σκοτώνοντας η καθεμιά τους τουλάχιστον έναν από τους πολεμιστές του εχθρού. Τα παιδιά που γεννούσαν τα θήλαζαν για λίγο, έπειτα τα έδιναν στους άνδρες για να τα αναθρέψουν και να τα φροντίσουν.

Αν τα παιδιά που γεννούσαν οι Αμαζόνες ήταν κορίτσια, τους έκαιγαν ή του έκοβαν τον δεξιό μαστό ή τον πίεζαν τόσο ώστε να μην αναπτυχθεί και τα εμποδίζει στις πολεμικές ασχολίες τους, ενώ τον αριστερό μαστό στον διατηρούανα για τον θηλασμό. Επειδή τους έλειπε ο ένας μαστός, ακριβώς από το μέρος που το στήθος έμενε ακάλυπτο, γι’ αυτό, όπως συνήθως εξηγούσαν οι αρχαίοι, τις έλεγαν Αμαζόνες, δηλαδή χωρίς μαστό. Αντίθετα, αν τα παιδιά που γεννούσαν οι Αμαζόνες ήταν αγόρια, τους στρέβλωναν τα χέρια και τα πόδια ώστε να μην μπορούν να γίνουν πολεμιστές και να τα έχουν μόνο για βοηθητικές εργασίες.

Τη χώρα των Αμαζόνων οι αρχαίοι την φαντάζονταν συνήθως στο βορειοανατολικό τμήμα της Μικράς Ασίας, στις ακτές του Εύξεινου Πόντου, και συγκεκριμένα ανάμεσα στην Σινώπη και την Τραπεζούντα, στην κοιλάδα του ποταμού Θερμώδοντα, στους οποίου τις εκβολές τοποθετούσαν την πρωτεύουσα της επικράτειας τους, δηλαδή τη Θεμίσκυρα, που στην πραγματικότητα είχε ιδρυθεί από Έλληνες. Εκτός από την Θεμίσκυρα, οι αρχαίοι ανέφεραν και άλλες πόλεις των Αμαζόνων, ωστόσο πίσευαν ότι οι περισσότερες Αμαζόνες κατοικούσαν στην ύπαιθρο.

Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, η χώρα αυτού του γυναικείου ή γυναικοκρατούμενου λαού ήταν κατά πολύ δυτικότερα από τον Εύξεινο Πόντο, δηλαδή στην Θράκη, ή στην Ιλλυρία ή βορειότερα από τον Εύξεινο στην Μαιώτιδα, ή ανατολικότερα στον ποταμό Τάναη ή στον Καύκασο ή στην Κασπία, ή ακόμα στον μακρινό Βορρά όπου οι Αμαζόνες γειτόνευαν με τους Υπερβόρειους ή τους Γρύπες. Αντίθετα, άλλοι φαντάζονταν τις Αμαζόνες να έχουν πατρίδα τους νοτιότερα από τον Εύξεινο Πόντο, δηλαδή στην μικρασιατική Λυδία, ή στη Λυκία, ή στη Συρία, ή τέλος, στην Αφρική, και συγκεκριμένα στη Λυβύη ή ακόμα δυτικότερα.

Από τη φύση του θέματος εξηγείται ο συσχετισμός των Αμαζόνων με την Άρη και την Άρτεμη. Παραδίδεται ότι οι πρώτες Αμαζόνες ήταν κόρες του Άρη από την ένωσή του με τη Νύμφη Αρμονία, ότι αυτές ακολουθούσαν την Άρτεμη στα κυνήγια και τις περιπλανήσεις της στα βουνά και στα λαγκάδια και ότι είχαν καθιερώσει τη λατρεία της στην Έφεσο. Υπάρχουν αφηγήσει για μεγάλους πολέμους των Αμαζόνων, για επιδρομές τους στη Φρυγία, τη Σκυθία και την Ελλάδα, για τις συγκρούσεις τους με τους Γρύπες δηλαδή τα μυθικά πουλιά που φυλάνε το χρυσάφι του Κόσμου στον μακρινό Βορρά, καθώς και για το πως αυτές υπέταξαν τις Γοργόνες και τους λαούς της Ατλαντίδας στον Νότο.

Σώζονται παραδόσεις για το πως οι Αμαζόνες αντιμετώπισαν κατά καιρούς τις στρατιές μεγάλων ηρώων, όπως ο Περσέας στη Αφρική, ο Βελλερεφόντης στην Λυκία, ο Ηρακλής, ο Ιάσων και οι Αργοναύτες στα όρια της επικράτειας των Αμαζόνων, ο Θησέας στην Αθήνα, ο Αχιλλέας στη Τροία, ακόμα και ο θεός Διόνυσος κατά την επιστροφή του από την Ινδία. Από τέτοιους αγώνες είχαν κερδίσει τη φήμη τους ονομαστές βασίλισσες των Αμαζόνων, όπως η Μύρινα, που είχε κατακτήσει το Αιγαίοι η Ιππολύτη που είχε παλέψει με τον Ηρακλή, η Αντιόπη που είχε ζευγαρώσει με τον Θησέα, και η Πενθεσίλεια, που είχε σκοτωθεί στον Τρωικό πόλεμο, αντιμετωπίζοντας τον Αχιλλέα, ενώ για άλλες ονομαστές Αμαζόνες λέγεται ότι είχαν γίνει επώνυμες ηρωίδες πόλεων, όπως η Σμύρνη, η Έφεσος, η Κύμη, η Σινώπη και η Μυτιλήνη.

Συνδυάζοντας τις ποικίλες παραδόσεις μεταγενέστεροι συγγραφείς εξηγούσαν ότι αυτές με αφετηρία την περιοχή του Εύξεινου Πόντου είχαν εξαπλωθεί ως τον μακρινό Βορρά και τον μακρινό Νότο ή ότι με αφετηρία τη βορεοδυτική Αφρική είχαν κατακτήσει τον κόσμο ως την Σκυθία και ότι αργότερα η επικράτεια τους συρρικνώθηκε, παρήκμασε και τελικά η χώρα τους καταστράφηκε από σεισμούς και καταποντίστηκε προς το μέρος του Ατλαντικού ωκεανού.

Κατά τον Ηρόδοτο υπολείμματα του λαού των Αμαζόνων που νικήθηκαν από τους Έλληνες, ενώθηκαν με τους Σκύθες και γέννησαν ένα άλλο λαό, τους Σαυρομάτες, στους οποίους γυναίκες και άνδρες ζούσαν με τον ίδιο τρόπο και είχαν τα ίδια δικαιώματα ενώ κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ο Μέγας Αλέξανδρος φτάνοντας στη Υρκανία, συναντήθηκε με μία βασίλισσα των Αμαζόνων, τη Θάληστρη, η οποία τον θαύμασε και προσφέρθηκε να γονιμοποηθεί από αυτόν πιστεύοντας ότι έτσι θα έκανε παιδιά που θα ήταν ανώτερα σε όλα. Παρόμοιους μύθους για τις Αμαζόνες είχαν και άλλοι λαοί, εκτός από τους Έλληνες.

Μνήμες από κοινωνίες με ισχυρά μητριαρχικά πρότυπα ή ισότητα στα δύο φύλα, συνδυασμένες με μυθικά και παραμυθιακά στοιχεία, μπορούμε να προϋποθέσουμε στο υπόβαθρο του μύθου των Αμαζόνων. Με αυτές τις μνήμες συνδέονται και οι αναφορές του μύθου σε εποχές πριν από τις καλλιέργειες, οπότε το να επιδίδονται οι γυναίκες, τουλάχιστον οι νεότερες, σε ασχολίες σχετικές με την αναζήτηση τροφής και την αντιμετώπιση των κινδύνων για τις ίδιες και το περιβάλλον τους δεν ήταν τόσο παράδοξο φαινόμενο όσο παρουσιάζεται στην αντίληψη των προχωρημένων ιστορικών χρόνων. Ακόμα και η διάκριση των νεαρών μελών της κοινότητας, με την εξόντωση ενός εχθρού, ως προϋπόθεση για το γάμο τους, αποτελεί στοιχείο με γενικότερο κύρος για κοινωνίες οργανωμένες στο επίπεδο που αναφέρεται ο μύθος.

Με την αναφορά του μύθου στην εποχή πριν από τις καλλιέργειες, το όνομα των Αμαζόνων θα μπορούσε να ετυμολογηθεί από το στερητκό α- και τη μάζα, δηλαδή το ψωμί και όχι από το στερητικό α- και τον μαζό δηλαδή τον μαστό. Ενισχυτικά της ετυμολογίας «Αμαζόνες=αυτοί που δεν τρώνε ψωμί» είναι οι μαρτυρίες για κρεοβόρους Αμαζόνας και για άρρενες Αμαζόνες, που διακρίνονται από τις θήλεις, τις Αμαζονίδες. Οι χαρακτηρισμοί ως αντιάνειραι Αμαζόνες δεν είναι αυτές που εχθρεύονται τους άνδρες, αλλά αυτές που είναι ίσες με τους άνδρες.

Στην αρχική του μορφή ο μύθος θα πρέπει να μιλούσε γενικά για Αμαζόνες, χωρίς αναφορά σε επώνυμες ηρωίδες. Οι επώνυμες Αμαζόνες δεν παρουσιάζουν προσωπικά γνωρίσματα, αλλά είναι απλά ονόματα, που έχουν προσαρτηθεί στο κοινό ήθος των Αμαζόνων.

Με δεδομένα τα μητριαρχικά πρότυπα, όπως αυτά διαφαίνονται στις λατρείες και στους μύθους γύρω από θεές σαν την Ήρα και την Άρτεμη, ηρωίδες σαν την Αταλάντη και τις Δαναΐδες, ακόμη και βασίλισσες σαν την Εριφύλη και την Κλυταιμνήστρα, είναι άξιο απορίας πως ο μύθος δεν αναφέρεται σε εγκαταστάσεις Αμαζόνων μέσα στην μητροπολιτική Ελλάδα.

Προφανώς η αυστηρά πατριαρχική οργάνωση της ελληνικής κοινωνίας ύστερα από τη δωρική κατάκτηση, απώθησε στο χώρο του φανταστικού όλες τις σχετικές με αυτό το θέμα μνήμες. Έτσι όσο πλάταινε ο γεωγραφικός ορίζοντας των Ελλήνων, τόσο μακρύτερα τοποθετούσε ο μύθος τη χώρα των Αμαζόνων, ενώ ορισμένα τοπωνύμια μέσα στην Ελλάδα, όπως Αμαζόνειον και Θερμώδων, που θα μπορούσαν να έχουν σχέση με μνήμες από Αμαζόνες, εξηγήθηκαν μεταγενέστερα σαν ίχνη από επιδρομές Αμαζόνων, με μυθοπλασίες που προσαρτήστηκαν σε γνωστούς μύθους, όπως ο μύθος του Θησέα.

Τέλος, από την τοποθέτηση των Αμαζόνων στον χώρο του φανταστικού εξηγείται και η αντιμετώπισή τους από επώνυμους ήρωες, που οι περιπέτειες τους, υποτίθεται τους έφεραν ως τα έσχατα όρια του γνωστού κόσμου. Σε αυτό το πλαίσιο δικαιολογείται και η επιβίωση αυτού του στοιχείου στους θρύλους για το Μέγα Αλέξανδρο και στα ακριτικά τραγούδια του Βυζαντίου.

Με πληροφορίες από: Παγκόσμια Μυθολογία