Η Αιγαιΐς πριν από εκατομμύρια χρόνα διέθετε αραιή βλάστηση στις λοφοσειρές. Έχουν επισημανθεί λείψανα από τους επιστήμονες της πανάρχαιας χλωρίδας του ελληνικού χώρου, ιδιαίτερα της περιόδου που άρχισε πριν από 26 εκατομμύρια χρόνια και τελείωσε πριν από 13 περίπου εκατομμύρια χρόνια (Μειόκαινο), χάρη στα αποτυπώματα φύλλων και τα δείγματα απολιθωμάτων γύρεως και καρπών που βρέθηκαν στους λιγνίτες της Κύμης Ευβοίας.
Δεινοθήρια (γιγαντιαία ζώα τεσσάρων μέτρων), μαστόδοντες (προγονικές μορφές των ελεφάντων), ρινόκεροι, μαχαιρόδοντες, λέοντες, καμηλοπαρδάλεις ύαινες, πίθηκοι, αντιλόπες, σκύλοι, ελάφια, χοίροι, πουλιά και χελώνες ζούσαν στον ελληνικό χώρο πριν από 13 εκατομμύρια χρόνια. Ήταν μάρτυρες μιας εποχής που δεν είδε ποτέ το ανθρώπινο γένος.
Αιγαιΐς: Χλωρίδα και πανίδα
Οι πευκώνες της Αιγαιΐδος
Τα φυτά στην ελληνική γη ήταν δέντρα και θάμνοι νοτιοαφρικανικού και αυστραλοασιατικού χαρακτήρα, κωνοφόρα, κυπελλοφόρα, δαφνοειδή, μυρτοειδή, μορεώδη, ερεικώδη, μυρσίνες και ροδώδη με χαρακτηριστικά όμως διαφορετικά από τα αντίστοιχα σημερινά είδη. Απουσιάζουν τα ποώδη φυτά και οι πτερίδες. Είναι η χλωρίδα που ταιριάζει στην Αιγαιΐδα εκείνης της εποχής. Αραιά δάση με ηλιόλουστη λοφώδη χώρα, με ξηρό έδαφος, χωρίς χαράδρες και ποτάμια.
Τα κωνοφόρα, και κυρίως τα πεύκα, κυριαρχούσαν σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο κατά το Πλειστόκαινο. Ο φυτικός κόσμος που αναπτύχθηκε στην ελληνική γη την εποχή αυτή ήταν ανάλογος με την χλωρίδα άλλων χωρών του ίδιου γεωγραφικού πλάτους. Το κλίμα καθορίζει ως ένα σημείο τα φυτά που ευδοκιμούν σε κάθε τόπο. Ο φυτικός κόσμος του ελληνικού χώρου τότε ήταν τροπική βλάστηση κατά τις θερμές περιόδους του Πλειστόκαινου και βλάστηση στέππας ή τούνδρας κατά τις ψυχρές.
Πικέρμι
Τα απολιθωμένα λείψανα ενός πολυποίκιλου ζωικού κόσμου (όπως αναφέρεται παραπάνω) βρέθηκαν συσσωρευμένα στην περιοχή του Πικερμίου Αττικής. Αλλά πώς βρέθηκαν εκεί τόσα πολλά λείψανα ζώων συγκεντρωμένα στη στενή χαράδρα του Πικερμίου; Έζησαν σε τελείως διαφορετικές περιοχές; Πώς βρέθηκαν μαζί φυτοφάγα και σαρκοφάγα ζώα, τα προβοσκιδωτά και οι αντιλόπες των δασών μαζί με τις στρουθοκαμήλους και τις καμηλοπαρδάλεις των ανοικτών εκτάσεων, με τα σαρκοβόρα και τα τρωκτικά των σπηλαίων;
Πιθανόν εξαιτίας των κοσμογονικών αναστατώσεων στο χώρο της Αιγαιΐδος, των καταβυθίσεων της ξηράς και της εισβολής της θάλασσας είχε εκτυλιχθεί στο Πικέρμι ένα τρομακτικό προϊστορικό δράμα. Πανικόβλητα τα ζώα συγκεντρώθηκαν σε περιορισμένες εκτάσεις, όπως η Αττική. Εκεί αφανίστηκαν και οι πλημμύρες παρέσυραν τα λείψανα τους ως το Μεγάλο Ρέμα, για να ταφούν κάτω από στρώματα λεπτού ερυθρού πηλού.
Άλλοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η καταστροφή δεν ήταν απότομη, αλλά οι σκελετοί ή τα πτώματα είχαν παρασυρεί από μακρινές αποστάσεις και συγκεντρώθηκαν στην κοίτη ενός ποταμού, στον βυθό μιας λίμνης ή ακόμη σε αβαθή όρμο και εκεί απολιθώθηκαν. Πιθανόν η έλλειψη τροφής και νερού εξαιτίας της μεταβολής του τοπίου να προκάλεσαν τον ομαδικό θάνατο των ζώων.
Η πιο εντυπωσιακή θεωρία είναι αυτή που υποστηρίζει ότι μια ξαφνική τεράστια πυρκαγιά από κεραυνό ή από υπερβολική ξηρασία, στις πλαγιές του Πεντελικού, όπου ζούσαν οι αγέλες των ζώων, απλώθηκε σε ολόκληρη την Αττική κατακαίοντας και ερημώνοντας τα πάντα. Οι φλόγες που δυνάμωσαν από δυνατό άνεμο και τα σύννεφα καπνού σκόρπισαν τον τρόμο και τον πανικό στα ζώα, που τρέχοντας για να σωθούν γκρεμίστηκαν στην απότομη χαράδρα του Πικερμίου. Αυτή η θεωρία στηρίζεται στο γεγονός ότι πολλά οστά των άκρων των ζώων παρουσιάζουν κατάγματα σαν να είχαν πέσει ξαφνικά σε γκρεμό.
Τα αφθονότερα και τα πιο αντιπροσωπευτικά ζώα της «πανίδας του Πικερμίου» είναι τα μικρόσωμα ιππάρια, τα λεγόμενα «μεσογειακά», και τα «βραχύποδα», ύψους 1,30μ. περίπου και με τρία δάχτυλα σε κάθε πόδι. Η «πικερμική πανίδα» ανήκει σε περιβάλλον στέππας και κατά τους ειδικούς έχει ασιατική προέλευση. Παρόμοια δείγματα σκελετών βρέθηκαν στην Σάμο, στον Αλμυροπόταμο της Εύβοιας, στην Θεσσαλία, στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, ακόμη και στην Σερβία, στην Αγγλία και την Ισπανία.
Μεγαλόπολη
Την πληρέστερη εικόνα της πανίδας της ελληνικής γης έδωσαν τα απολιθωμένα οστά των ελεφάντων και των άλλων ζώων που έζησαν στη λεκάνη της Μεγαλόπολης κατά την περίοδο που άρχισε πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια (Πλειστόκαινο).
Πριν από εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια η λεκάνη της Μεγαλόπολης ήταν μια αβαθής λίμνη με πλούσια βλάστηση που ευνοούσε την επιβίωση φυτοφάγων ζώων. Τελικά τα νερά βρήκαν διέξοδο προς τη θάλασσα από τα στενά της Καρύταινας, η λίμνη ξεράθηκε και τα ζώα αφανίστηκαν. Με τον καιρό ο Αλφειός και οι παραπόταμοί του αποσαθρώνοντας το έδαφος έφεραν στην επιφάνεια τα απολιθώματα.
Η μελέτη αυτών των απολιθωμάτων έδειξε ότι στις όχθες της λίμνης της Μεγαλόπολης έζησαν δύο κατηγορίες θηλαστικών: ζώα που ανήκουν σε θερμό κλίμα και πλούσια βλάστηση (ελέφαντες, ελάφια, δασόβιοι ρινόκεροι, ιπποπόταμοι, άλογα) και ζώα ψυχρών κλιμάτων και παγωμένων ίσως εκτάσεων με βλάστηση στέππας και τούνδρας (μαμούθ, βίσωνες και τριχωτοί ρινόκεροι).
Τα οστά των ζώων της πρώτη κατηγορίας βρέθηκαν σε στρώματα γης διαφορετικά από εκείνα της δεύτερης κατηγορίας. Αυτό σημαίνει ότι τα θηλαστικά έζησαν στον ίδιο τόπο, αλλά σε διαφορετικές εποχές και κάτω από άλλες κλιματολογικές συνθήκες. Τα απολιθώματα, λοιπόν, δείχνουν ότι το κλίμα στη Νότια Ελλάδα άλλαξε πολλές φορές κατά την διάρκεια του Πλειστόκαινου. Κατά τις Παγετώδεις εποχές η βλάστηση ήταν χαμηλή και αραιή εξαιτίας της καθόδου των πάγων προς τις νότιες περιοχές. Γι΄αυτό είναι περιορισμένα τα είδη των ζώων που μπορούν να επιζήσουν σε τόσο χαμηλές θερμοκρασίες. Αλλά κατά τις Μεσοπαγετώδεις η πλούσια βλάστηση, που αναπτύσεται χάση στο θερμό και υγρό κλίμα ευνοεί την συντήρηση μεγαλύτερης ποικιλίας ζώων.
Το συνηθέστερο ζώο στη Μεγαλόπολη ήταν οι ελέφαντες. Ο «ελέφας ο μεσημβρινός», μεγαθήριο αφρικανικής καταγωγής, ύψους τεσσάρων μέτρων, με πανίσχυρους και ελαφρά καμπυλωτούς χαυλιόδοντες μήκους 2,5 μέτρων έζησε κατά τις αρχές του Πλειστόκαινου στην περιοχή της Μεσογείου. Ο «ελέφας ο αρχαίος» έχει το ίδιο ύψος με τον μεσημβρινό, αλλά οι χαυλιόδοντες είναι λεπτότεροι, ίσιοι και μεγαλύτερου μήκους (τρία μέτρα). Τα μαμούθ, οι «πρωτογενείς ελέφαντες», έζησαν κατά την τελευταία Παγετώδη Περίοδο, που αρχίζει πριν από 70.000 χρόνια, στην Μεγαλόπολη καθώς και σε άλλες περιοχές, όπως η Θεσσαλία.
Ένα μόνο είδος ιπποποτάμου βρέθηκε στην Μεγαλόπολη, ο «ιπποπόταμος ο αρχαίος». Οι ρινόκεροι όμως αντιπροσωπεύονται από τρία είδη. Τα δύο πρώτα ήταν δασόβια και σχεδόν χωρίς τρίχωμα. Η Μεγαλόπολη είναι το νοτιότερο σημείο του πλανήτη που έχει εξακριβωθεί η παρουσία τριχωτού ρινόκερου. Στη λεκάνη της Μεγαλόπολης ζούσε και ο «πρωτογενής βους», ένα είδος βοδιού, που συναντάται και στην μινωική Κρήτη, και το «πλατώνι», είδος μικρόσωμου ελαφιού με πλατειά κέρατα, που έχει επιβιώσει ως την εποχή μας στη Ρόδο.
Ένα είδος αλόγου έζησε στην Μεγαλόπολη κατά την τελευταία Μεσοπαγετώδη Περίοδο, πριν από 100.000 περίπου χρόνια. Είναι μεγαλόσωμο και μορφολογικά όχι πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Τέλος, το μοναδικό σαρκοφάγο ζώο ήταν η ύαινα. Βρέθηκαν ακόμη απολιθωμένα οστά χοίρων, καστόρων, ερπετών και πουλιών.
Θεσσαλία
Ο ζωικός κόσμος της λεκάνης της Μεγαλόπολης επισημαίνεται και σε βορειότερες περιοχές του ελληνικού χώρου (λεκάνες Κοζάνης, Γρεβενών, Δράμα, Κρήτη). Άφθονα απολιθωμένα οστά ζώων, κυρίως θηλαστικών, βρέθηκαν στις όχθες του Πηνειού, κοντά στην Λάρισα. Τα οστά αυτά όμως είναι νεότερα. Καλύπτουν την τελευταία Μεσοπαγετώδη Περίοδο και την αρχή της τελευταίας Παγετώδους (πριν από 100 εώς 70 χιλιάδες χρόνια). Ζώα που ζουν μόνο σε ψυχρό περιβάλλον δεν βρέθηκαν στην Θεσσλία. Άρα τα ζώα του Πηνειού ζούσαν σε θερμό κλίμα και σε περιβάλλον ανάμεικτο με δασωμένα τμήματα, αλλά και σε περιοχές με χαμηλή βλάστηση στέππας.
Τα απολιθωμένα οστά του Πηνειού βρέθηκαν μαζί με παλαιολιθικά εργαλεία, γεγονός που δείχνει ότι στη θεσσαλική λεκάνη είχε εγκαθιδρυθεί κάποια σχέση συμβίωσης ανθρώπου και ζώων πριν από εκατό χιλιάδες χρόνια. Μερικά απολιθωμένα οστά της Θεσσαλίας δείχνουν ίχνη επεξεργασίας από ανθρώπινα χέρια. Δεν αποκλείεται να είχαν χρησιμοποιηθεί σαν εργαλεία ή σαν όπλα.
Επίσης διαπιστώνεται αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπου και ζώων στην πεδιάδα του Πηνειού. Η παράλληλη δράση του ανθρώπου επηρεάζει τον ζωικό κόσμο. Αλλά και τα ζώα επηρεάζουν με την σειρά τους τον άνθρωπο, που είναι άμεσα εξαρτημένος από την παρουσία τους.
Πρώτος άνθρωπος
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα απολιθωμένα λείψανα ζώων του σπηλαίου των Πετραλώνων στην Χαλκιδική, επειδή εκεί βρέθηκε το μοναδικό στην Ελλάδα κρανίο του παλαιολιθικού ανθρώπου του τύπου «Νεάντερταλ». Τα οστά είναι λιγοστά αλλά ανήκουν στα ίδια περίπου είδη που ζούσαν στην θεσσαλική λεκάνη πριν από 120 ως 50 χιλιάδες χρόνια.
Ελέφαντες δεν υπάρχουν εδώ. Βρέθηκε μόνο ένα είδος ρινόκερου, που μαρτυρεί κλίμα θερμό. Το ίδιο και τα άλλα είδη, όπως ο «ίππος ο ιππευτικός», το «βασιλικό ελάφι», και το «πλατώνι». Αντίθετα, ο «άγριος ημίονος της στέππας» και ο «κύων ο αλπικός» υποδηλώνουν μάλλον ψυχρό κλίμα. Βρίσκουμε και εδώ ζώα θερμού κλίματος και ζώα που προσαρμόζονται σε ψυχρά κλίματα. Η πανίδα του σπηλαίου των Πετραλώνων χρονολογείται σε σχέση με το κρανίο του ανθρώπου του Νεάντερταλ, και τοποθετείται χρονικά πριν από 75 με 70 χιλιάδες χρόνια.
Στα κατώτερα στρώματα του σπηλαίου «Ασπροχάλικο» της κοιλάδας του Λούρου στην Ήπειρο βρέθηκαν οστά ρινόκερου, ελαφοειδών και άρκτων. Στα ανώτερα στρώματα του σπηλαίου αυτού και στην «Κατρίτσα» βρέθηκαν λείψανα ζώων στο τέλος του Πλειστόκαινου. Το ίδιο σε σπήλαια της Βοιωτίας και ΒΑ Πελοποννήσου (Φράγχθη). Σε αυτήν την πανίδα μεγάλη είναι η αναλογία των ελαφοειδών. Για πρώτη φορά παρουσιάζεται και το αγριόγιδο, που ζει σε ψυχρό κλίμα.
Υπάρχουν πολλές ομοιότητες στην πανίδα των σπηλαίων στον ελληνικό χώρο με το σπήλαιο Ρομανέλλι της νότιας Ιταλίας (Απουλία). Και οι δύο περιοχές είχαν τα τυπικά χαρακτηριστικά του μεσογειακού «βιότοπου». Πιθανόν τα μεταναστευτικά ζώα έβρισκαν στην ελληνική γη ένα θαυμάσιο χειμαδιό. Μια κίνηση από τα βορειότερα προς την θερμότερη ελληνική γη φαίνεται πολύ λογική. Σίγουρα η μετακίνηση των ζώων προς τις νότιες περιοχές επηρέασε και τον άνθρωπο της εποχής εκείνης.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους