Αδελφότης

Από τις βασικές δυσχέρειες της κυβέρνησης του Μαυρομιχάλη ήταν οι συνυφασμένες με τον χώρο λειτουργίας της. Στην Τρίπολη από πολύ καιρό επικρατούσε δυσαρέσκεια μεταξύ των στρατιωτικών και πολιτικών παραγόντων της επαρχίας εναντίον του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Αναγνώστη Δεληγιάννη, τους οποίους θεωρούσαν σφετεριστές της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας του τόπου. Με πρωτοβουλία του Γ. Βάρβογλη, κηρυγμένου εχθρού του Κολοκοτρώνη, του Γ. Γαλανόπουλου και άλλων προκρίτων και στρατιωτικών της πόλεως, αποφάσισαν την ίδρυση της εταιρείας «Αδελφότης». Σκοπός της ήταν η ένοπλη, αν χρειαζόταν, αυτοάμυνα των εταίρων από τις αυθαιρεσίες των στρατιωτικών σωμάτων και ιδιαίτερα των στρατιωτών του Κολοκοτρώνη.

Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης

Τη δυσαρέσκεια εναντίον του Κολοκοτρώνη εκμεταλλεύτηκαν οι Κουντουριωτικοί. Με την υπόσχεση μισθών και διπλωμάτων προσεταιρίσθηκαν τα ηγετικά στελέχη της εταιρείας. Σε διάρκεια οχλαγωγίας οι σκοποί της εταιρείας έγιναν γνωστοί και στα επεισόδια που ακολούθησαν δύο ή τρεις οπαδοί του Παπαφλέσσα, που ήταν στο πλευρό της κυβέρνησης του Κρανιδίου, σκοτώθηκαν και ο ίδιος κινδύνεψε να καεί ζωντανός. Η κυβέρνηση του Κρανιδίου κατηγόρησε τον Παπαφλέσσα ότι υποκίνησε τα γεγονότα και ότι κινδύνεψε και ο ίδιος γιατί έχασε τον έλεγχο της κατάστασης.

Η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη ανακάλυψε ξαφνικά ότι βρισκόταν σε εχθρικό περιβάλλον και κάλεσε τον Κολοκοτρώνη σε βοήθεια. Η παρουσία του στην Τρίπολη έφερε σχετική ηρεμία. Οι Εταίροι όμως πλήθαιναν, ενημέρωναν τους Κουντουριωτικούς και επεδίωκαν τη διάλυση της κυβέρνησης της Τριπολιτσάς.

Η κυβέρνηση του Μαυρομιχάλη είχε επίγνωση του κινδύνου και καταλάβαινε ότι η «Αδελφότης» θα διάβρωνε τον πληθυσμό της Τρίπολης και θα στρατολογούσε εχθρούς της. Επίσης γνωρίζοντας ότι διέθετε αρκετή στρατιωτική δύναμη, αφού μπορούσε να στηριχθεί στα αξιόμαχα σώματα των Κολοκοτρωναίων, Δεληγιανναίων, Μαυρομιχαλαίων, Δημ. Πλαπούτα, Γκρίτζαλη, Σισίνη, Κων. Πετμεζά, κάλεσε τον Κολοκοτρώνη να κρεμάσει τέσσερα σημαντικά στελέχη της «Αδελφότητος», να συλλάβει όσους μπορέσει για να εξαρθρώσει τα συνωμοτικά τους σχέδια και μετά να προχωρήσει στην Αργολίδα, όπου θα μεταφερόταν και η κυβέρνηση, και από εκεί να επιτεθεί εναντίον των Κουντουριωτικών. Ο Κολοκοτρώνης αρνήθηκε, κυρίως γιατί ήθελε να αποφύγει την ένοπλη σύγκρουση και γιατί πίστευε ότι ήταν δυνατή η συμφιλίωση των αντιπάλων παρατάξεων.

Μετά την άρνηση του Κολοκοτρώνη να επιχειρήσει επίθεση εναντίον της κυβέρνησης του Κρανιδίου, αποφασίστηκε να προχωρήσει το παλαιό Εκτελεστικό σε διαπραγματεύσεις και ανατέθηκε τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου ο ρόλος του διαμεσολαβητή στον Δημήτριο Υψηλάντη. Οι προτάσεις που θα μετέφερε ο Υψηλάντης στο Κρανίδι ήταν οι εξής: 1) Διεύρυνση του εκτελεστικού, να γίνει επταμελές και να συμπεριληφθούν και οι Σωτήρης Χαραλάμπης και Ανδρέας Μεταξάς. 2) Αναγνώριση της ιδιότητας των βουλευτών σε όσους συμμετείχαν στο Βουλευτικό της Τριπολιτσάς και του Μαυρομιχάλη σαν προέδρου. 3) Σύγκληση εθνοσυνελεύσεως. Οι προτάσεις αυτές, μετριοπαθείς βασικά, φανερώνουν συμφιλιωτική διάθεση. Γιατί και με την ίδρυση επταμελούς Εκτελεστικού οι Κουντουριωτικοί θα ήταν ισχυρότεροι, αφού πλειοψηφούσαν με τα δικά τους πέντε μέλη.

Στο Κρανίδι όμως δεν επικρατούσε ανάλογη προθυμία για συμφιλίωση. Ενώ ο Υψηλάντης έγραψε στις 8 Φεβρουαρίου στον Παπαφλέσσα ότι θα πήγαινε στο Κρανίδι και να ετοιμαστούν καταλύματα, ο Παπαφλέσσας ζήτησε στις 9 Φεβρουαρίου άδεια από το Βουλευτικό και έφυγε για την Ύδρα. Έχοντας επίγνωση της πολιτικής του δύναμης δεν ήθελε να διαπραγματευτεί συμβιβαστικές λύσεις. Χαρακτηριστικό επίσης είναι το γεγονός ότι το Βουλευτικό του Κρανιδίου διέκοψε τις εργασίες του στις 10, 11 και 12 Φεβρουαρίου μέρες κατά τις οποίες ο Υψηλάντης βρισκόταν εκεί. Ήταν φανερό ότι η εκεί κυβέρνηση, αποφασισμένη να διαλύει την κυβέρνηση της Τριπολιτσάς, αρνιόταν τον διάλογο.

Η αποτυχία συμβιβασμού συνέπιπτε και με νέες δυσχέρειες της κυβέρνησης της Τριπολιτσάς. Επικρεμόταν και η απειλή των εταίρων της «Αδελφότητος», οι οποίοι διεύρυναν τις τάξεις τους. Η ανοχή του Γενναίου Κολοκοτρώνη στις βιαιοπραγίες των στρατιωτών του σε βάρος αντιφρονούντων κατοίκων όξυνε την κατάσταση. Στην εκρηκτική αυτή ατμόσφαιρα φιλονικία του Γενναίου με εταίρους, που, σύμφωνα με τον Σπηλιάδη, σκόπιμα προκάλεσε, υπήρξε το έναυσμα για ένοπλη σύγκρουση στα μέσα Φεβρουαρίου.

Η «Αδελφότης» βρήκε κατάλληλη ευκαιρία να εξεγείρει τους κατοίκους. Τετρακόσιοι περίπου άνδρες πήραν τα όπλα εναντίον της κυβερνητικής φρουράς. Στις συμπλοκές υπήρξαν απώλειες και από τα δύο μέρη. Κάποιοι απειροπόλεμοι κάτοικοι πέταξαν τα όπλα και γύρισαν στα σπίτια τους. Κάποιοι άλλοι οχυρώθηκαν στη Μεγάλη Τάπια. Πρόφθασαν όμως να ειδοποιήσουν το Κρανίδι για τα επεισόδια.

Ο Κολοκοτρώνης, φοβούμενος μήπως σταλεί βοήθεια στρατολόγησε στην Καρύταινα και τη γύρω περιοχή 2.000 περίπου άνδρες. Η συγκέντρωση τόσης δύναμης ανάγκασε πολλούς εταίρους να εγκαταλείψουν τον αγώνα. Επέμεναν μόνο όσοι ήταν κρυμμένοι στη Μεγάλη Τάπια, οι οποίοι τελικά αναγκάστηκαν από την έλλειψη τροφίμων και πολεμοφοδίων να δεχτούν τη μεσολάβηση του Γεωργίου Μαυρομιχάλη και να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Με την προστασία του εγκατέλειψαν την Τριπολιτσά και κατέφυγαν στο Κρανίδι, όπου ενώθηκαν με τους Κουντουριωτικούς.

Μετά τη δραπέτευση των ηγετικών στελεχών της, η «Αδελφότης» ουσιαστικά διαλύθηκε και αποκαταστάθηκε η τάξη και ο Κολοκοτρώνης απέλυσε στους στρατιώτες τους οποίους στρατολόγησε.

Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *