Οι Ίωνες είχαν αυτό το εθνικό όνομα από την εποχή που κατοικούσαν στη ΒΔ Θεσσαλία, όπου μαρτυρείται ίων ποταμός. Ετυμολογίες του ονόματος των Ιώνων (από το ιέναι, από το ιάσθαι, από το ιός «βέλος» κλπ) έχουν αποτυπωθεί κυρίως γιατί δεν έχουν αποδείξει ότι το όνομα είχε αντίστοιχη σημασία.
Εκτός από τον ποταμό της Θεσσαλίας, ίων λεγόταν και ο Αλφειός. Επιπλέον μνημονεύονται Ιωνίδες Νύμφες πνεύματα μιας πηγής του Κύθηρου, παραποτάμου του Αλφειού στην περιοχή της Ολυμπίας, και Ιωναίον Άλσος πολύ κοντά στον Αλφειό. Ένας ήρωας Ίων, που εντοπίζεται κοντά στην Ολυμπία είναι σύντροφος των Ιωνίδων και λούζεται στον Αλφειό: θα ήταν η προσωποποίηση του Ίωνος – Αλφειού και σε αυτόν θα ήταν αφιερωμένο το Ιωναίον Άλσος.
Αλλά και ο Ίων ο γιος του Ξούθου και αναγνωρσιμένος γενάρχης των Ιώνων, είχε υπάρξει ένας δαίμων ποταμού: στην Αττική πιστευόταν ότι ήταν θαμμένος στον δήμο που έφερε το όνομα Ποταμός και του πρόσφεραν θυσίες όμοιες με τις καθιερωμένες για την λατρεία ποταμών.
Το όνομα του Ιανίσκου, ιαματικού θεού στην Αττική και στη Σικυώνα, είναι υποκοριστικό του Ίαν, γνωστής παραλλαγής του Ίων. Η ιδιότητα του τον συνάπτει με τις Ιωνίδες της Ολυμπίας που λατρεύονταν και ως θεραπευτικές νύμφεςμε την προσωνυμία Ιατροί. Οι λέξεις ίασις, ιατρός, ιάσθαι παράγονται από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα is «θέρμανση, ζωογόνηση, θεραπεία», αλλά και «ορμή, δύναμη, βία», έννοιες που ταιριάζουν σε ορμητικά ποτάμια, όπως ο Ίων της βορειοδυτικής Θεσσαλίας και ο Αλφειός της Ολυμπίας.
Οι Ίωνες λάτρευαν τους ποταμούς, που ονόμαζαν Ίωνες, και από την προσωποποίηση του ποτάμιου στοιχείου παρήγαγαν ένα δαίμονα που τον έλεγαν επίσης Ίωνα. Το εθνικό τους όνομα φανερώνει ότι ταύτιζαν τους εαυτούς τους με το στοιχείο που λάτρευαν, γεγονός πολύ γνωστό από την ιστορία των θρησκειών. Η γλώσσα που μιλούσαν οι Ίωνες όταν έφθασαν στην ΒΔ Θεσσαλία θα ήταν πιο κοντά στην κοινή ελληνική παρά στην γνωστή μας ιωνική-αττική διάλεκτο.
Είναι πολύ πιθανόν οι Ίωνες να είχαν την γιορτή των Απατουρίων. Αυτό προκύπτει από την διάδοση της γιορτής σε όλες τις ιωνικές κοινότητες και από τον πολύ αρχαϊκό της χαρακτήρα. Η επωνυμία Απατουρία που έφερνε η Αθηνά στην Τροιζήνα είναι κατάλοιπο των Ιώνων που είχαν ζήσει εκεί κατά την Προϊστορική Εποχή.
Οι αρχαίοι πίστευαν ότι οι ιωνικές φυλές Αιγικορείς, Αργαδείς, Γελέοντες, Όπλητες, προήλθαν από κοινωνικές τάξεις. Ερευνητές διατύπωσαν τις υποθέσεις ότι αυτές οι υποδιαιρέσεις ήταν λατρευτικές ομάδες, ή απλά διοικητικές διαιρέσεις της Αττικής. Το πιο πιθανό είναι ότι αυτές οι ονομασίες αφορούσαν υποδιαιρέσεις του φύλου των Ιώνων.
Στα ιστορικά χρόνια οι Ίωνες περιορίζονται σε μία μόνο περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδας, στην Αττική. Οι υπόλοιποι κατοικούσαν στην Εύβοια, στις Κυκλάδες, στη Ιωνία, σε πολλές μακρινές αποικίες. Άλλες αξιόπιστες παραδόσεις ανέφεραν ότι σε παλαιότερα χρόνια οι Ίωνες ίχαν κατοικήσει στην Μεγαρίδα, στην Κορινθία, στην Επίδαυρο, στην Κυνουρία, στην Αχαΐα. Από την άλλη μεριά, η ομηρική μαρτυρία για την κατοχή της Εύβοιας από Αβάντες στην Μυκηναϊκή Εποχή μας διδάσκει ότι η Εύβοια έγινε ιωνική αργότερα.
Ένα μέρος από τις αρχικές ιωνικές εγκαταστάσεις υπέκυψε αργότερα σε άλλα ελληνικά φύλα. Αχαιοί, Μίνυες, Φλεγύες, Λάπιθες και άλλοι υπέταξαν ή διέσπασαν του Ίωνες της Ανατολικής Στερεάς ως κοντά στα σύνορα της Αττικής, της Μεγαρίδας και της βορειοανατολικής Πελοποννήσου. Άλλοι Άχαιοί κατέλαβαν την βόρεια Τριφυλία και την Πισάτιδα.
Οι Αρκάδες είχαν κατοικήσει στη δυτική Μακεδονία πριν από το 1900π.Χ. Η ετυμολογία του ονόματος τους, από τη λέξη άρκ(τ)ος εξυπακούει μια τοτεμική λατρεία αρκούδας. Το ίδιο και ο αρκαδικός μύθος που παρουσίαζε την μητέρα του Αρκάδα ως μία αρκούδα ή ως μία νύμφη που μεταμορφώθηκε σε αρκούδα. Έτσι με ένα στοιχείο της θρησκείας των Αρκάδων συμπεραίνουμε ότι το όνομά τους ήταν πανάρχαιο.
Αυτό το όνομα το εντοπίζουμε στην Στερεά και στην Αθαμανία. Υπάρχουν μύθοι που ονομάζουν Αρκάδες τους συμμάχους του Ηρακλή σε πολέμους εναντίον των λαών της Θεσσαλίας και στην κεντρικής Στερεάς και μια παράδοση που δίνει το ίδιο όνομα σε κατοίκους του Οπούντα στα παράλια του Μαλιακού.
Η Θεμιστώ, που αναφέρεται σε ορισμένους μύθους ως μητέρα του Αρκάδα, δεν εντοπίζεται στην Αρκαδία αλλά στην Αθαμανία (λέγεται κόρη είτε του Ινάχου, ποταμού που διασχίζει αυτή τη χώρα, είτε του Υψέως βασιλιά των Λαπιθών της Πίνδου, και σύζυγος του Αθάμαντα, επώνυμου των Αθαμανών): άρα μύθοι για τον Αρκάδα υπήρχαν και σε αυτήν την χώρα.
Πολλοί κοντά στους Αθαμάνες ζούσαν οι Αρκάντες, των οποίων το όνομα είναι ταυτόσημο με των Αρκάδων. Οι Αρκάντες φορείς των μύθων για τον Αρκάδα στην Αθαμανία και οι Αρκάδες της κεντρικής Στερεάς και του Οπούντα είναι τμήματα του ίδιου φύλου που δεν προχώρησε ως την Πελοπόννησο.
Το 1900π.Χ. οι Αρκάδες μιλούσαν μία απο τις δύο παραλλαγές της κεντρικής διαλέκτου: εκείνη, που εκτός από τα χαρακτηριστικά της κεντρικής είχε και ορισμένα φαινόμενα κοινά με την ιωνική και άλλα κοινά με τη δυτική διάλεκο. Μετά την εγκατάσταση των Αρκάδων στην Πελοπόννησο αναπτύχθηκαν νεωτερισμοί που χαρακτηρίζουν αποκλειστικά την αρκαδική διάλεκτο. Τα όρια της νεάς διαλέκτου ξεπέρασαν τα σύνορα της περιοχής που λεγόταν Αρκαδία στα ιστορικά χρόνια προς την πλευρά της Αργολίδας, της Λακωνίας, της Μεσσηνίας και της Τριφυλίας, περιοχών που αργότερα περιήλθαν στους Αχαιούς.
Ενώ ο Αρκάδες της κεντρικής Στερεάς και των πελοποννησιακών χωρών εκτός της Αρκαδίας και ενός μέρους της Τριφυλίας απορροφήθηκαν από τα φύλα που τους επικάλυψαν, οι ομοεθνείς τους της κεντρικής Πελοποννήσου, που επέζησανν στη ιστορική εποχή, αφομοίωσαν τους προκατόχους τους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Πελασγοί. Έτσι μας έφθασαν ως αρκαδικοί μύθοι οι πελασγικές παραδόσεις για τον Πελασγό και πιστεύθηκε ότι οι Αρκάδες ήταν εξελληνιαμένοι Πελασγοί.
Με πληροφορίες από: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους