Η Άρτεμις είναι μία από τις θεές του ελληνικού Δωδεκάθεου, μυθολογούμενη ως κόρη του Δία και της Λητώς, δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα, και πιστευόμενη ως νεαρή παρθένος, θεά του κυνηγιού και του ελεύθερου φυσικού χώρου, προστάτρια του ζωικού και του φυτικού βασιλείου, της νεότητας και της αγνότητας, του τοκετού, των μητέρων και των βρεφών.
Μολονότι στο ομηρικό έπος και τη μετέπειτα γραμματεία και τέχνη η Άρτεμις παρουσιάζεται κυρίως ως παρθενική θεά του κυνηγιού, η οποία με τα βέλη της επιφέρει στους ανθρώπους αιφνίδιο θάνατο, η ποικιλία υποστάσεων της, που διαφαίνεται στη λατρεία της, γεννά ερωτηματικά για την αρχική φυσιογνωμία της και την καταγωγή της. Έτσι αμφισβητείται η ετυμολογία του ονόματός της από το άρταμον, δηλαδή τον φονέα, και προτείνονται ερμηνείες από τα Χεττιτικά, τα Ιλλυρικά και άλλες γλώσσες. Ορισμένοι διαβάζουν το όνομα της Αρτέμιδος στη μυκηναϊκή λέξη a-re-mi-to και άλλοι ταυτίζουν την θεά με τη μυκηναϊκή po-ti-ni-ya (πότνια), την οποία θεωρούν ως παντοδύναμη δέσποινα της φύσης, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι κατά τους αρχαϊκούς χρόνους η Άρτεμις λατρευόταν ως Πότνια θηρών, δηλαδή δέσποινα των ζώων, χαρακτήρα που διατηρούσε σε πολλούς τόπους και σε προχωρημένη εποχή.
Έτσι υποστηρίζεται ότι η Άρτεμις ήταν προελληνική θεά της φύσης, η οποία εισχώρησε στο μυκηναϊκό πάνθεο και κατά τους ιστορικούς χρόνους συνδέθηκε με τον Απόλλωνα, σύμφωνα με κάποιο πρότυπο διδύμων, που εκφράζει τη μαγική αντίληψη για δύναμη και πληρότητα, προσαυξημένες στην περίπτωση της Αρτέμιδος, όπως και στην περίπτωση της Αθηνάς, με την ιδέα της παρθενίας ως ακεραιότητα και τελειότητα.
Η Άρτεμις ως προστάτρια των γυναικών και των βρεφών νοείται και από τη σχέση της με τον ευρύτερο κύκλο των φυσικών δυνάμεων, που αποτελεί βασικό γνώρισμα του αρχαιότερου υποστρώματος της λατρείας της και που επέβαλε τη θεά με τις γνωστές προσωνυμίες Κορυφαία, Λιμναία, Ποταμιά, Αγροτέρη, Δενδρίτις κλπ.
Το ότι η Άρτεμις σε προχωρημένα ιστορικά χρόνια δεν λατρευόταν σχεδόν καθόλου ως Κυνηγέτις, ενώ αντίθετα η ποίηση και οι εικαστικές τέχνες έδιναν πάντα έμφαση σε αυτό το γνώρισμά της, εξηγείται από το γεγονός ότι το κυνήγι στην ιστορική εποχή είχε πάψει να έχει την πρωταρχική επισιτιστική σημασία, που είχε στη ζωή των ανθρώπων στις προϊστορικές κοινωνίες.
Με το πλήθος των ιδιοτήτων που της απέδιδαν και που συνολικά ανάγονται σε μια γενική ιδέα φυσικής δύναμης που δημιουργεί και καταστρέφει, η Άρτεμις υποκατέστησε πολλές παλαιότερες, κυρίως τοπικές, χθόνιες και σεληνιακές θεότητες, όπως οι: Αριάδνη, Αταλάντη, Αφαία, Βριτόμαρτις, Δίκτυννα, Ελένη, Ιφιγένεια, Υψιπύλη, Φαίδρα κ.α., γεγονός που υποδηλώνεται τόσο από την άμεση ή έμμεση αναφορά της Αρτέμιδος στους μύθους των παραπάνω προσώπων όσο και από το ότι η θεά λατρεύτηκε και ως Άρτεμις Αριάδνη, Άρτεμις Αφαία, Άρτεμις Ιφιγένεια κλπ. Ιδιαίτερα ως θεά του τοκετού η Άρτεμις υποκατέστησε την μινωική Ειλείθυια και λατρεύτηκε ως Άρτεμις Ειλείθυια, ενώ ως αδελφή του Απόλλωνα ταυτίστηκε με τον Ήλιο, εννοήθηκε και ως Σελήνη.
Από τα στοιχεία της οργιαστικής λατρείας και της μαγικής πρακτικής η Άρτεμις πλησίασε την αρκαδική Δέσποινα, την πανελλήνια Εκάτη, τη φρυγική Κυβέλη, την Ρέα κ.α. και διατήρησε αξιοσημείωτες αναλογίες με τη σουμεροβαβυλωνιακή Ιννάνα-Ιστάρ, την ουγγαριτική Ανάτ, την χουρριτική Χεμπάτ κ.α., ενώ από τους Ρωμαίους λατρεύτηκε ως Diana.
Με πληροφορίες από: Παγκόσμια Μυθολογία