Άλλοι Κόσμοι

Όπως οι Μάγια και οι άλλοι μεσοαμερικανικοί λαοί, οι Αζτέκοι πίστευαν ότι υπήρξαν άλλοι κόσμοι πριν από τον δικό μας. Σύμφωνα με τους Αζτέκους, υπήρξαν τέσσερις προηγούμενοι κόσμοι ή «ήλιοι», καθένας από τους οποίους πήρε το όνομα του από μια χρονολογία στον κύκλο των 260 ημερών και ταυτίστηκε με μια συγκεκριμένη θεότητα και φυλή ανθρώπων.

Άλλοι κόσμοι
Η μεταμόρφωση των ανθρώπων σε πιθήκους (δεύτερος κόσμος)

Έκτος από το ημερολογιακό του όνομα, κάθε ήλιος ήταν συνδεδεμένος με τη γη, τον άνεμο, τη φωτιά ή το νερό. Κάθε ένα από τα τέσσερα στοιχεία, έχει σχέση όχι μόνο με τη φύση και τη σύνθεση του κόσμου του, αλλά και με την καταστροφή του. Για παράδειγμα ο γιος της γης, ο Νάχουϊ Οσελότλ, καταστρέφεται από ιαγουάρους, πλάσματα στενά συνδεδεμένα με τη γη και τον Κάτω Κόσμο.

Οι μορφές των Τεζκατλικόπα και Κετζαλκοάτλ κυριαρχούν στους τέσσσερις ήλιους, σαν οι πολλαπλές δημιουργίες και καταστροφές να ήταν αποτέλεσμα της κοσμικής μάχης μεταξύ των δύο αυτών μεγάλων αντιπάλων. Εκτός από τις αναπαραστάσεις στην αρχαία αζτεκική γλυπτική, εμφανίζονται περισσότερες από δέκα εκδοχές αυτού του μύθου και στις αποικιακές πηγές.

Στον δέκατο τρίτο ουρανό το ζευγάρι των δημιουργών γεννά τέσσερις γιούς. Ο πρώτος είναι ο Κόκκινος Τεζκατλικόπα, αλλά ο δεύτερος ήλιος, ο Μαύρος Τεζκατλικόπα, είναι αυτός που αντιστοιχεί στον γνωστό Τεζκατλικόπα της αζτεκικής μυθολογίας. Ο τρίτος ήλιος είναι ο Κετζαλκοάτλ και ο τέταρτος, ο Χουϊτζιλοπόχτλι, είναι ο προστάτης θεός των Αζτέκων. Μαζί τα τέσσερα αυτά αδέλφια δημιουργούν τη φωτιά, τους ουρανούς, τη γη, τη θάλασσα και τον Κάτω Κόσμο, το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι και το ιερό ημερολόγιο.

Ο Μαύρος Τεζκατλικόπα εξουσιάζει τον πρώτο κόσμο, τον ήλιο της γης, όπου ζει μια φυλή γιγάντων. Οι γίγαντες αυτοί είναι τόσο δυνατοί ώστε ξεριζώνουν δέντρα με τα χέρια τους. Με ένα κοντάρι ο Κετζαλκοάτλ ρίχει τον Τεζκατλικόπα στην θάλασσα. Αυτός, αναδυόμενος από τον ωκεανό, μεταμορφώνεται σε τεράστιο ιαγουάρο, τον οποίο μπορούμε ακόμα σήμερα να δούμε στον αστερισμό της Μεγάλης Άρκτου, και με την επιστροφή του η φυλή των γιγάντων καταβροχθίζεται από τρομερούς ιαγουάρους. Μια παλιά πηγή υποστηρίζει ότι οι Αζτέκοι θεωρούσαν τα απολιθωμένα υπολείμματα των εξαφανισμένων μαμούθ και άλλων μεγάλων όντων, που είχαν βρεθεί κοντά στην Τενοχτιτλάν, ως τα κόκκαλα της αρχαίας αυτής φυλής.

Ο Κετζαλκοάτλ εξουσιάζει την επόμενη δημιουργία, τον ήλιο του ανέμου. Ο κόσμος αυτός καταστρέφεται από τον Τεζκατλικόπα, που νικά τον Κετζαλκοάτλ ρίχνοντας τον κάτω με κλοτισά. Ως αποτέλεσμα δυνατοί άνεμοι παρασύρουν μακριά τον Κετζαλκοάτλ και τη φυλή των ανθρώπων του. Απόγονοι αυτής της αρχαίας φυλής θεωρούνται οι πίθηκοι που κρέμονται και τρέχουν τρομαγμένοι ψηλά στα δέντρα του δάσους.

Ο θεός της βροχής εξουσιάζει την τρίτη δημιουργία, τον ήλιο της βροχής. Ο κόσμος αυτός καταστρέφεται από τον Κετζαλκοάτλ με βροχή φωτιάς – πιθανότατα ηφαιστειακή σκόνη, ένα σχετικά σύνηθες γεωλογικό φαινόμενο στο κεντρικό Μεξικό. Η τρομερή βροχή μεταμορφώνει μαγικά τους ανθρώπους αυτής της φυλής σε γαλοπούλες.

Ο τέταρτος ήλιος, ο ήλιος του νερού, εξουσιάζεται από τη γυναίκα του Τλαλόκ, την Τσαλτσιουτλίκουε, Εκείνη με το Αχάτινο Πουκάμισο, τη θεά των ποταμών και των λιμναζόντων νερών. Ένας μεγάλος κατακλυσμός καταστρέφει τον κόσμο και οι άνθρωποι του μεταμορφώνονται σε ψάρια. Η πλημμύρα είναι τόσο καταστροφική ώστε τα βουνά διαλύονται από το νερό, με αποτέλεσμα οι ουρανοί να πέσουν πάνω στη γη.

Οι μόνοι που σώζονται είναι ο Τάτα και η γυναίκα του, η Νένε, που τους προστατεύει ο Τεζκατλικόπα. Αποτελώντας την εκδοχή του Νέου Κόσμου για τον Νώε και τη γυναίκα του, γλιτώνουν από τον κατακλυσμό κρυμμένοι στην κουφάλα ενός δέντρου. Έχοντας πάρει από τον Τεζκατλικόπα την εντολή να φάνε μόνο ένα καλαμπόκι ο καθένας, τρώνε σιγά σγά τους σπόρους και παρακολουθούν τα νερά σταδιακά να υποχωρούν. Όταν πια είναι ασφαλές να εγκαταλείψουν το δέντρο, βλέπουν ένα ψάρι – έναν από τους άτυχους αδελφούς τους μεταομορφωμένο από τον κατακλυσμό. Μπαίνονατς στον πειρασμό από την προοπτική του έτοιμου φαγητού, ανάβουν φωτιά και μαγειρεύουν το ψάρι. Όμως οι αστρικοί θεοί Σιτλαλινίκουε και Σιτλαλατονάκ αντιλαμβάνονται τον καπνό και φωνάζουν: «Θεοί, ποιος έφταιξε φωτιά; Ποιος γέμισε μα καπνό τους ουρανούς;» Αμέσως ο Τεζκατλικόπα κατεβαίνει από τους ουρανούς και ρωτά οργισμένος: «Τί έκανες Τάτα; Τί κάνατε;». Αμέσως τους κόβει τα κεφάλια.

Μύθοι και Ιστορία των λαών